Τίτλος: ΚΑΣΤΡΟ ΧΩΡΑΣ ΦΟΛΕΓΑΝΔΡΟΥ

Το Κάστρο της Χώρας Φολεγάνδρου είναι κτισμένο σε απόκρημνο βράχο στη ΒΑ ακτή του νησιού, εποπτεύοντας ολόκληρο το νησί αλλά και το θαλάσσιο πέρασμα προς την Σίκινο. Το Κάστρο έχει τριγωνικό σχήμα με γενικές διαστάσεις πλευρών π. 118μ., 120μ. και 52,80μ., καταλαμβάνοντας επιφάνεια …τ.μ. (6 στρ.). Ο οχυρωματικός περίβολος αποτελείται από τις ενισχυμένους εξωτερικούς τοίχους των σύγκολλων οικιών, που διατάσσονται περιμετρικά των πλευρών του, δημιουργώντας δύο οικιστικούς δακτυλίους, έναν ορθογωνικό στα ανατολικά και έναν τριγωνικό στα δυτικά. Ο περίβολος ενισχυόταν από πύργους και πιθανώς από έναν προμαχώνα στο δυτικό άκρο του, ενώ διατρυπάται σε τρία σημεία από ισάριθμες πύλες εισόδου. Η ίδρυση του Κάστρου ανάγεται στο τελευταίο τέταρτο του 16ου αιώνα, όπως συνηγορούν και οι ιστορικές πηγές, με την β΄ οικοδομική φάση του να χρονολογείται ένα αιώνα αργότερα, στα τέλη του 17ου αιώνα.

Τα τείχη του Κάστρου εδράζονται επάνω στα βράχια ακολουθώντας το φυσικό ανάγλυφο του υψώματος στο οποίο χωροθετούνται και η μορφή τους είναι ενιαία καθ΄ όλο το μήκος τους (290,80μ.). Το ύψος τους εκμεταλλεύεται τον απόκρημνο βράχο στην βόρεια πλευρά, ενώ στην πλέον ομαλή ανατολική πλευρά ανέρχεται σε μόλις 6μ., γεγονός που οδηγεί στην υπόθεση της ύπαρξης τάφρου στο σημείο. Η φυσική κλίση του εδάφους οδηγεί τα όμβρια προς  τα ΝΑ, με τελικό προορισμό την περιοχή της Πλάκας προς την θάλασσα στα ΒΔ του Κάστρου. Τα τείχη είναι κατακόρυφα δίχως ενίσχυση της βάσης τους με σκάρπα και στην απόληξή τους διέθεταν επάλξεις, όπως αναφέρουν παλαιές περιγραφές του Κάστρου και αναγνωρίζεται σε κάποια σημεία της ανατολικής πλευράς, ενώ είναι πιθανή και η ύπαρξη περιδρόμου. 

Στην Β και την Ν πλευρά των τειχών υψώνονταν περιμετρικοί πύργοι, οι οποίοι τεκμηριώνονται σε αναφορές των τελών του 19ου αιώνα, ωστόσο σήμερα είναι ορατά μόνο τα κατάλοιπά τους. Τρεις πύργοι εντοπίζονται σε ικανοποιητική κατανομή στα 120μ. της βόρειας πλευράς, οι δύο στα άκρα και ένας στο μέσον. Ο ΒΑ πύργος, στην πλατεία της Πούντας, φαίνεται σήμερα να απέχει από το όριο του Κάστρου, ωστόσο θα πρέπει να συνεχιζόταν ως αυτόν η πορεία των τειχών, όπως προκύπτει από την όμοια τοιχοποιία τους. Οι πύργοι ήταν κυκλικής κάτοψης και «υψηλοί», κατά την περιγραφή του Αλκιβιάδη Χαριλάου το 1888, ενώ στο υπόγειό τους διέθεταν κινστέρνα. Στο Δ άκρο της νότιας πλευράς του Κάστρου έχουν βρεθεί τα κατάλοιπα αντίστοιχου κυκλικού πύργου, σήμερα κάτω από μεταγενέστερες περιμετρικές οικίες. Πρόσφατα η Δήμητρα Κατραούζου υποστήριξε στην διδακτορική διατριβή της την ύπαρξη δύο ακόμη κυκλικών περιμετρικών πύργων στην Ν πλευρά του Κάστρου, συμμετρικά τοποθετημένους ως προς την βόρεια πλευρά. Ο υποθετικός πύργος στο μέσον της Ν πλευράς θα εξυπηρετούσε και στην κάλυψη της παρακείμενης κύριας πύλης εισόδου (Λότζιας) στο Κάστρο, ο ακραίος ανατολικός πύργος ωστόσο εγείρει ζητήματα τεκμηρίωσής του, καθώς τοποθετείται εκτός των γνωστών σήμερα ορίων του Κάστρου. Στο δυτικό άκρο του Κάστρου, εκεί που σήμερα βρίσκεται ο ναός της Παντάνασσας, και ανάμεσα στους δύο δυτικούς ακραίους πύργους της βόρειας και της νότιας πλευράς, η Δήμητρα Κατραούζου σημειώνει την θέση προμαχώνα τραπεζιόσχημης κάτοψης. Στα ορατά λείψανά του αναγνωρίζεται η συναρμογή του με το υπόλοιπο τείχος, ενώ οι προφορικές μαρτυρίες διασώζουν την ύπαρξη κανονιοθυρίδων στις πλευρές του. 

Δύο πύλες εισόδου στο Κάστρο ανοίγονται στην νότια πλευρά. Η κύρια πύλη, η Λότζια, βρίσκεται στο κέντρο της πλευράς και διαμορφώνεται από στενόμακρο διαβατικό που οδηγούσε στο εσωτερικό της οχύρωσης. Η πρόσβαση γινόταν μέσω κλίμακας, ενώ εκτός του Κάστρου διαμορφωνόταν η Έξω Λότζια, επίσης στεγασμένος χώρος, ο οποίος μέσω πλαϊνού ανοίγματος οδηγούσε στην Λότζια. Πιθανώς η πύλη να προστατευόταν από περιμετρικό πύργο, όπως αναφέρθηκε. Αντίστοιχη διαμόρφωση με στεγασμένο διαβατικό είχε και το Παραπόρτι, η δεύτερη και μικρότερη πύλη εισόδου που βρίσκεται στην ΝΑ γωνία του Κάστρου. Τρίτη πύλη, η Πίσω Πόρτα, έχει βρεθεί στο τριγωνικό δυτικό άκρο, σε εσοχή που δημιουργεί στον οχυρωματικό περίβολο ο ναός της Παντάνασσας (Χριστού), σε υπερυψωμένη περιοχή, ίσως λόγω της θέσης εκεί προμαχώνα. Η μορφή της πρέπει να ακολουθούσε τις άλλες δύο πύλες, με πρόσβαση από μικρή κλίμακα που οδηγούσε σε στεγασμένο διαβατικό. 

Το πάχος των τειχών του Κάστρου είναι π. 0,70 – 0,73μ., σχετικά μικρό για αντίστοιχες κατασκευές, ωστόσο κρίνεται επαρκές τόσο στατικά, καθώς τα περιμετρικά κτίσματα είναι διώροφα, όσο και αμυντικά, διότι τα τείχη έχουν θεμελιωθεί σε εξαιρετικά ανθεκτικό ασβεστολιθικό βράχο. Η τοιχοποιία τους αποτελείται από επιμελημένη αργολιθοδομή με μετρίου μεγέθους λίθους και σχιστόπλακες, που συνδέονται με ασβεστοκονίαμα. Ιδιαίτερη επιμέλεια παρουσιάζουν τα ανοίγματα και οι  γωνίες του τείχους με την χρήση ημιλαξευτών λίθων. Η άψογη συναρμογή των σωζομένων καταλοίπων των πύργων με το υπόλοιπο τείχος και τα κοινά μορφολογικά στοιχεία των όψεων ανάμεσα στο ανατολικό και δυτικό δακτύλιο των περιμετρικών κτισμάτων δηλώνει την ταυτόχρονη κατασκευή τους.

Εντός του Κάστρου οι δύο οικιστικοί δακτύλιοι οργανώνονται γύρω από έναν κυκλοφοριακό διάδρομο κυμαινόμενου πλάτους. Στο κέντρο κάθε δακτυλίου βρίσκεται ένας ναός, η Παναγία Ελεούσα (Άγιοι Ανάργυροι) στον ανατολικό και η Αγία Σοφία στον δυτικό τριγωνικό. Ο ναός της Ελεούσας και των Αγίων Αναργύρων θεωρείται ως ο αρχαιότερος του Κάστρου. Είναι δίκλιτος, επιπεδόστεγος με δύο ιερά βήματα και νάρθηκα, ενώ η οροφή του αποτελείται από τοπικές φίδες παλαιάς κατασκευής. Στην αρχική φάση του ο ναός πρέπει να ήταν ελεύθερος και δίχως νάρθηκα. Ο ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας στο δυτικό τμήμα είναι μονόχωρος και επιπεδόστεγος, με οροφή επίσης κατασκευασμένη από τοπικές φίδες, ωστόσο οι εκτενείς ανακατασκευές του δεν δίνουν αρκετά στοιχεία για την αρχική μορφή του. Στο δυτικό τριγωνικό άκρο του Κάστρου, σε ιδιαίτερα περίοπτη θέση, ενδεχομένως λόγω του προμαχώνα στο σημείο, βρίσκεται ο ναός της Παντάνασσας ή Χριστός. Είναι μονόκλιτος, ημιτρίκογχος και τρουλαίος, ενώ χρονολογείται μετά το 1684, όπως δείχνουν κατασκευαστικά και μορφολογικά στοιχεία του, αλλά αναφέρεται και σε επιγραφή νεώτερης φορητής εικόνας του, μαζί με το όνομα του κτήτορα Γεωργίου (Γεωργάκη) Στάη.

Οι οικίες, εφαπτόμενες και σε συνεχή δόμηση,  διατάσσονται περιμετρικά στα τείχη και σε μικρότερες ζώνες στο εσωτερικό του Κάστρου. Η εξωτερική όψη των περιμετρικών οικιών, η οποία συγκροτεί και τον οχυρωματικό περίβολο, παρουσιάζει ελάχιστα μικρά ανοίγματα στο ισόγειο και στον όροφο με διαστάσεις π. 0,25x0,30μ., που χρησιμεύουν για φωτισμό και αερισμό. Οι οικίες είναι διώροφες με πρόσβαση από το εσωτερικό του Κάστρου, μέσω κτιστής κλίμακας στον όροφο, ενώ απολήγουν σε επίπεδη στέγη. Στο σύνολό τους είναι στενομέτωπες, «μονόσπιτα, δηλαδή μονόχωρες κατοικίες με εξωτερικές διαστάσεις 3,19x8,70 ή 8,45μ. (εσωτερικές διαστάσεις 2,61x7,35μ.) που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες μίας οικογένειας κατά όροφο, όπως δηλώνει η ύπαρξη τζακιού στο ισόγειο και στον όροφο. Στο κέντρο του δυτικού οικιστικού δακτυλίου, οι συμπαγείς όψεις και οι ισχυροί τοίχοι δύο σημερινών κτηρίων, παρά τις αλλεπάλληλες ανακατασκευές τους, οδηγούν στην υπόθεση [από την Δήμητρα Κατραούζου] ότι αποτελούσαν τετράγωνο πύργο του Κάστρου. Η χρήση του ενδέχεται περισσότερο να αποσκοπούσε στο ύστατο καταφύγιο των κατοίκων και στην αποθήκευση των προϊόντων του νησιού, παρά ως κατοικία του ηγεμόνα του, όπως συνάγεται και από τα ιστορικά δεδομένα. 

Σε μεταγενέστερη εποχή διαπιστώνεται οικοδομική δραστηριότητα κυρίως στο δυτικό τμήμα του Κάστρου. Η περιοχή γύρω από τον κεντρικό τετράγωνο πύργο αναδιαμορφώνεται με την δημιουργία ενός νέου κτηρίου που ακουμπά στην κοινή πλευρά του ανατολικού ορθογωνικού και του δυτικού τριγωνικού τμήματος του Κάστρου, ενώ ανεγείρεται και ο ναός της Παντάνασσας στην θέση του προμαχώνα. Οι ανακατασκευές αυτές μπορούν να χρονολογηθούν από τα τέλη του 17ου αιώνα, όπως επιβεβαιώνεται από τον διάκοσμο των λίθινων πλαισίων και θυρωμάτων στην Παντάνασσα. Το γεγονός ότι αντίστοιχα διακοσμητικά στοιχεία εντοπίζονται και σε άλλα κτήρια του Κάστρου συνηγορεί σε ευρύτερη οικοδομική δραστηριότητα την περίοδο εκείνη. Από τις αρχές του 19ου αιώνα σημειώνονται επεκτάσεις και συνενώσεις των οικιών με κατεδάφιση ορόφων για την δημιουργία «αρχοντικών».

Οι αδόμητοι χώροι και τα πλατώματα είναι λιγοστά και μικρά και κυρίως συνδέονται με τους ναούς και τους δρόμους κυκλοφορίας του Κάστρου. Δύο διαβατικά, «στιάδια», στεγασμένα περάσματα δηλαδή που φέρουν στον όροφο, διευκολύνουν την κίνηση εντός του Κάστρου. Το μεγαλύτερο, πλάτους 2,50 – 2,60μ., βρίσκεται κεντρικά στην ίδια ευθεία με την Λότζια, την κύρια είσοδο, συνδέοντας την Κάτω και την Πίσω Ρούγα, τις οικιστικές ζώνες στο ανατολικό τμήμα του Κάστρου. Το δεύτερο και μικρότερο, πλάτους μόλις 0,85μ., επιτρέπει την κυκλοφορία ανάμεσα στα δύο τμήματα του Κάστρου.

Έχει διαπιστωθεί ότι τόσο οι γενικές εξωτερικές διαστάσεις του Κάστρου(118x52,80x 120μ.), όσο και οι διαστάσεις των οικοπέδων (26–28τ.μ.) και των οικιών (π. 20τ.μ.), αλλά και επιμέρους τμημάτων, όπως είναι τα ανοίγματα των θυρών, οι εξώστες των ορόφων, τα τζάκια, αποτελούν αναγωγές στην μονάδα μέτρησης του βενετικού πόδα, που αντιστοιχεί στα 1,74μ. Η τυποποίηση αυτή αφενός συνηγορεί στην ενιαία φάση κατασκευής του Κάστρου, αφετέρου δηλώνει ότι σχεδιάστηκε από εξειδικευμένο μηχανικό της οχυρωματικής αρχιτεκτονικής, πιθανώς Βενετό. 

Η επάρκεια σε πόσιμο νερό εξασφαλιζόταν από την εγγύτητα του Κάστρου στο πηγάδι ‘Βρύσες’ ή ‘Κάνουλες’ στην περιοχή της Πλάκας, εκτός των ορίων του. Εντός του Κάστρου ήταν σε χρήση ο κάναλλος, ανοικτός αγωγός απορροής που συγκέντρωνε τα όμβρια από τα δώματα των οικιών σε πήλινα δοχεία. Υπόγειες κινστέρνες δεν υπήρχαν σε όλα τα κτίσματα, καθώς το σκληρό βραχώδες έδαφος ήταν δύσκολο να επεξεργαστεί. Σε μεγαλύτερες οικίες στην βόρεια πλευρά του Κάστρου εντοπίζονται κινστέρνες, οι οποίες όμως αποτελούν μεταγενέστερες προσθήκες.

 

Χαρακτηριστικό Τιμή
Δημιουργός Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, Ephorate of Antiquities of Cyclades
Ενότητα
Βιβλιογραφία του σημείου ενδιαφέροντος

A.Ε. Βακαλόπουλος, Νέα Ελληνική Ιστορία από τις αρχές του 1204 έως τις αρχές του 21ου αιώνα, Ε.Γ. Χαλκιαδάκης (επιστ. επιμ.), Αθήνα 2020.

Ζ. Γαβαλάς, «Φολέγανδρος», Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρίας της Ελλάδος 2 (1885), 475 – 515.

Λ. Δεμαθά, «Σχετικά με τα κάστρα – οικισμούς στις Κυκλάδες στη διάρκεια της Λατινοκρατίας. Το Κάστρο της Σίφνου», Αναστήλωση – Συντήρηση – Προστασία Μνημείων και συνόλων, Τ. Α΄,  Αθήνα 1984, 225-233.

Λ. Δεμαθά, «Το Κάστρο της Φολεγάνδρου. Ενετικός αμυντικός οικισμός με τα εξωτερικά σπίτια να σχηματίζουν το τείχος», Φολέγανδρος, Η Καθημερινή, ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ, Αθήνα 1996, 9 – 13.

Δ. Δημητρόπουλος, Μαρτυρίες για τον πληθυσμό των νησιών του Αιγαίου, 15ος - αρχές 19ου αιώνα, Τετράδια εργασίας 27, Αθήνα: Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, 2004.

Δ. Κατραούζου, Κάστρο και Οικισμός Χώρας Φολεγάνδρου (16ος – 21ος). Η αρχιτεκτονική του μέτρου, Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα: Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Σχολή Αρχιτεκτόνων, 2020.

Δ. Λούπης, O Πιρί Ρεΐς (1465-1553) χαρτογραφεί το Αιγαίο. Η οθωμανική χαρτογραφία και η λίμνη του Αιγαίου, Αθήνα: Τροχαλία, 1999.

Α. Μητσάνη, «Φολέγανδρος. Κάστρο Χώρας», Αρχαιολογικόν Δελτίον 51 (1996), Β΄2, Χρονικά, 619.

Joseph Pitton de Tournefort, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους: 1700 – 1702. Από το έργο Relation d’un voyage du Levant, μετάφραση – εισαγωγή Μ. και Μ. Απέργη, σχόλια Μ. Απέργης – Ε. Λυδάκη, Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, 2003.

B. Slot, «Η Σίφνος, μια ειδική νησιωτική οικονομία (15ος – 17ος αιώνας)», Πρακτικά Α' Διεθνούς Σιφναϊκού Συμποσίου (Σίφνος, 25-28 Ιουνίου 1998), Αθήνα: Εταιρεία Σιφναϊκών Μελετών, 2000-2001, 59-72.

Αλκ. Χαρίλαος, Ἡ νῆσος Φολέγανδρος, Ἐν Αθήναις 1888.  11H. Eberhard, “Mittelalterliche Burgen auf den Kykladen. Eine Übersicht”, Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τ. Ι΄ (1974- 1977), 501 – 585.

C.E. Michaelides, Kastra: Architecture and Culture in the Aegean Archipelago, Washington University Libraries, Washington University in St. Louis, Books and Monographs 41, Saint Louis 20182.

M. Philippa-Apostolou, “Le nom ‘Kastro’ donné aux villages fortifiés des Cyclades”, Ν. Μουτσόπουλος (επιμ.), Πύργοι και Κάστρα, Ανακοινώσεις εις την XV Διάσκεψιν της Επιστημονικής Επιτροπής του Διεθνούς Ιδρύματος Πύργων και Κάστρων, Ίδρυμα Πατριαρχικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1980, 135-147.

G.D.R. Sanders, “Two kastra on Melos and their relations in the Archipelago”, P. Lock και G.D.R. Sanders (εκδ.), The Archaeology of Medieval Greece, Oxford: Oxbow Monograph 59, 1996, 147-175, σ. 155-156.

G.R.L. von Sinner (εκδ.), Christoph. Bondelmontii Florentini, Librum Insularum Archipelagi, Λειψία, Βερολίνο 1824.

B. Slot, Archipelagus turbatus: les Cyclades entre colonisation latine et occupation ottomane c. 1500-1718, Istanbul: Nederlands Historisch-Archaeologisch Instituut te Istanbul, 1982.

A.K. Vionis, A Crusader, Ottoman and Early Modern Aegean Archaeology. Built Environment and Domestic Material Culture in the Medieval and Post-Medieval Cyclades, Greece (13th- 20th Century AD), Leiden: Leiden University Press 2012.

Ημερομηνία 29/09/2023
Χρονική περίοδος 16ος αι. μ.Χ., 16th c. A.D.
Τοποθεσία Το Κάστρο της Χώρας Φολεγάνδρου είναι κτισμένο στη ΒΑ ακτή του νησιού σε απόκρημνο βράχο που υψώνεται π. 200μ. επάνω από την θάλασσα.
Γλώσσα Ελληνικά, Αγγλικά
URL https://cycladiccastles.repository.gr/jsonitems/11784
Κάτοχος Δικαιωμάτων
Κατηγορία Οχυρωμένος οικισμός
Ηχητικά
Φωτογραφίες
Gallery Thumb Gallery Thumb Gallery Thumb Gallery Thumb Gallery Thumb