Tο Κάστρο του Εξώμβουργου/ Ξώμπουργου της Τήνου κτισμένο στο κέντρο του Ν τμήματος του νησιού αποτελεί φυσικά οχυρή θέση καθώς βρίσκεται στην κορυφή ενός απότομου γρανιτένιου λόφου που υψώνεται π. 540μ. από την επιφάνεια της θάλασσας. Το Ξώμπουργο κατέχει καίρια στρατηγική θέση, καθώς πέραν του ελέγχου των γύρω του ευφόρων εκτάσεων, έχει απρόσκοπτη θέα σε όλες τις θαλάσσιες οδούς προς Νότο και στο ανοικτό πέλαγος στα Α. Επίσης εποπτεύει το θαλάσσιο πέρασμα μεταξύ της Τήνου και της Μυκόνου, ενώ έχει άμεση οπτική επαφή με τα Κάστρα της Μυκόνου, της Άνω Σύρου, της Νάουσας στην Πάρο, ακόμα και έως το Κάστρο της Χώρας Νάξου.
O λόφος του Εξώμβουργου στους δυτικούς πρόποδές του ήταν οχυρωμένος ήδη κατά την γεωμετρική εποχή (11ος – 10ος αιώνας π.Χ.), περιτειχίζοντας και παλαιότερη εγκατάσταση στην περιοχή. Η αρχική αυτή οχύρωση διευρύνθηκε και επεκτάθηκε στα τέλη 6ου αιώνα π.Χ., αποκτώντας διαδοχικές φάσεις μέχρι και τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ., όταν άρχισε σταδιακά να εγκαταλείπεται για τον οικισμό στην θέση του σημερινού λιμανιού του Αγίου Νικολάου (Χώρα). Δεν είναι σαφές κατά πόσον η κορυφή του λόφου είχε χρησιμοποιηθεί ως ακρόπολη της αρχαίας πόλης, καθώς η περιοχή αυτή δεν έχει διερευνηθεί ανασκαφικά.
Το Κάστρο του Εξώμβουργου, γνωστό ως Ξώμπουργο, έχει χρονολογηθεί γενικά στις αρχές του 13ου αιώνα, ωστόσο η σύγχρονη έρευνα συγκλίνει στην ύπαρξη βυζαντινής οχύρωσης, η οποία μετασκευάστηκε και επεκτάθηκε από τους Βενετούς από τον 13ο αιώνα και έως το 1715, όταν το νησί κατελήφθη οριστικά από τους Οθωμανούς. Οι μετασχηματισμοί αυτοί, οι οποίοι σχεδόν «εξαφάνισαν» την βυζαντινή φάση της οχύρωσης του Ξώμπουργου, οφείλονται στην συνεχώς αυξανόμενη δύναμη του πυροβολικού στην πολεμική τακτική, που επέβαλε στα υπάρχοντα φρούρια συμπληρωματικές αμυντικές κατασκευές, καθιερώνοντας το προμαχωνικό σύστημα» (fronte bastionato). Οι επεκτάσεις αυτές έγιναν σταδιακά, είχαν ωστόσο ολοκληρωθεί στις αρχές του 17ου αιώνα, καθώς τότε το Ξώμπουργο είχε λάβει την οριστική μορφή του, όπως φαίνεται στο εξαιρετικής ακρίβειας σχέδιο του Βενετού μηχανικού Francesco Basilicata το 1618.
Το Ξώμπουργο καταλαμβάνει το ΝΑ τμήμα του λόφου περικλείοντας συνολική έκταση π. 17.000 τ.μ. Αποτελείται από το Κάστρο της Αγίας Ελένης (Castello) στην κορυφή και την πόλη (Habitado) στους πρόποδες του λόφου. Σε αυτά προστίθεται και το Προάστειο (Borgo), που βρισκόταν έξω από την πόλη και παρέμενε ατείχιστο. --
Το Κάστρο της Αγίας Ελένης κτισμένο στο υψηλότερο σημείο του λόφου εκτείνεται σε επιφάνεια π. 2000 τ.μ. και το συνολικό μήκος των τειχών του είναι π. 270μ. Το Κάστρο έχει ακανόνιστο σχήμα καθώς εκμεταλλεύεται τις προεξοχές και τα κρημνίσματα του λόφου. Τα τείχη του εδράζονται στον φυσικό βράχο και περιβάλλουν την Β, Α και την ΝΑ πλευρά του υψώματος, ενώ στην απόκρημνη Δ πλευρά ο βράχος συμπεριλαμβάνεται σε αυτά. Τα τείχη ενισχύονταν με θλάσεις, ενώ η συστηματική διερεύνηση του χώρου δεν μπορεί να αποκλείσει και την ύπαρξη [τεσσάρων] περιμετρικών πύργων, εκεί που αργότερα διαμορφώθηκαν οι προμαχώνες. Το αρχικό ύψος των τειχών δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί λόγω των νεώτερων μετασκευών, όπως επίσης και το πάχος τους. Η ύπαρξη περιδρόμου είναι επίσης πιθανή, ο μη εντοπισμός του όμως αποτελεί επιπλέον ένδειξη του διαρκούς μετασχηματισμού του Κάστρου. Μία πύλη εισόδου ανοίγεται στο μέσον περίπου της Α πλευράς. Η πύλη ήταν διευθετημένη σε εσοχή της οχυρωματικής γραμμής, επάνω στην οποία βρισκόταν ο πύργος του Αγίου Γεωργίου. Ο πύργος είχε … κάτοψη και διαστάσεις ..x…μ., ενώ σήμερα διατηρείται μόνο η κινστέρνα στο κατώτερο επίπεδο. Ο πύργος προσέφερε ασφάλεια στην πύλη εισόδου, λειτουργούσε ωστόσο και ως το ακροπύργιο του κάστρου. Στο ψηλότερο σημείο του λόφου υπήρχε ο ναός της Αγίας Ελένης, που έδωσε και το όνομα στο κάστρο, ενώ στην θέση του σήμερα υψώνεται ευμεγέθης σταυρός.
Η μορφή αυτή της οχύρωσης ακολουθεί τα μεσαιωνικά πρότυπα, οπότε και θα χρονολογηθεί κατά την βυζαντινή περίοδο. Σε αυτή την χρονολόγηση συνηγορεί και η τοιχοποιία των κατώτερων τμημάτων του περιβόλου, η οποία αποτελείται από τοπικούς καλολαξευμένους λίθους με ασβεστοκονίαμα ως συνδετικό υλικό, δίχως την παρεμβολή κάθετων αρμών.
Ο αρχικός περίβολος του κάστρου ενισχύθηκε σημαντικά με την προσθήκη προμαχώνων τουλάχιστον σε τρία σημεία, όπως προκύπτει από την απεικόνιση του Francesco Basilicata και από το σχέδιο του Mario Magnani που παραθέτει ο Ermanno Armao το 1938. Στην ΒΑ γωνία του περιβόλου διαμορφώθηκε ημικυκλικός προμαχώνας, η Punta del Forno, στην ΝΑ γωνία προβάλλει η Punta San Marco και στην Ν πλευρά η Punta Sant’ Elena, αμφότερες γωνιώδεις αμυντικές κατασκευές. Τα ενδιάμεσα τείχη (cortine) πλέον ευθυγραμμίζονται, ενώ μειώνεται το ύψος τους και αυξάνεται το πάχος τους. Η πύλη εισόδου στο κάστρο φαίνεται να μετατοπίζεται λίγο βορειότερα, ενώ παράλληλα σχηματίζεται τριγωνική προεξοχή εν είδει barbacane, προφανώς για την ενίσχυσή της, με αποτέλεσμα ο πύργος του Αγίου Γεωργίου να μην βρίσκεται πλέον επάνω από την πύλη. Δίπλα στην πύλη όμως εντοπίζεται το φρουραρχείο (Posto di Guardia), όπως σημειώνει ο Magnani στο σχέδιο του. Οι μετασκευές αυτές θα πρέπει να χρονολογηθούν κατά τον 16ο αιώνα, όταν η πολεμική τακτική με τα πυροβόλα όπλα είχε παγιωθεί και οι οχυρώσεις έπρεπε πλέον να ανταπεξέλθουν στην τεχνολογία του προμαχωνικού συστήματος, και να αποδοθούν στις πρωτοβουλίες των Βενετών και στην διαρκή μέριμνά τους για τον εκσυγχρονισμό των οχυρώσεων στις κτήσεις τους.
Εντός των τειχών ο οικισμός αποτελούσε το διοικητικό κέντρο του νησιού. Έως τα τέλη του 14ου αιώνα και πριν την αμυντική αναδιοργάνωση του Κάστρου της Αγίας Ελένης θεωρείται ότι αυτό αποτελούσε τον τόπο διαμονής των αρχόντων, και κυρίως των Βενετών Γκίζη που κατέλαβαν την Τήνο στις αρχές του 13ου αιώνα. Στο υψηλότερο σημείο του κάστρου υπήρχε ο ναός της Αγίας Ελένης, ενδεχομένως βυζαντινό κτίσμα, ο οποίος θα πρέπει να εξυπηρετούσε αργότερα και τα δύο δόγματα, το ορθόδοξο και το καθολικό. Στο Κάστρο βρισκόταν και η λότζια/ λότζα, η έδρα της διοικητικής και δικαστικής εξουσίας των Βενετών, όπως πληροφορούν οι αρχειακές πηγές, μολονότι η θέση της δεν έχει βρεθεί, ελλείψει και της συστηματικής έρευνας στο χώρο. Με την αμυντική ενίσχυση των τειχών, το Κάστρο αποκτά περισσότερο διοικητικό και στρατιωτικό χαρακτήρα, η λότζια παραμένει εντός των ορίων του, αλλά ο ρέκτορας (διοικητής) του νησιού δεν πρέπει να κατοικεί σε αυτό. Στο Κάστρο παρέμεινε η φρουρά, η οποία περιελάμβανε πέραν του φρουραρχείου, την οικία του καστελλάνου/φρουράρχου, τα καταλύματα των έμμισθων στρατιωτών της, στρατολογημένων από την Βενετία, ενώ επίσης στην ίδια περιοχή υπήρχαν και οι [τρεις] αποθήκες του απαραίτητου πυρομαχικού υλικού. Η επάρκεια σε πόσιμο νερό εξασφαλιζόταν από τουλάχιστον δύο κινστέρνες συλλογής των όμβριων, καθώς ο λόφος είναι άνυδρος.
Περί τα 140μ. χαμηλότερα από το Κάστρο της Αγίας Ελένης αναπτύχθηκε η πόλη (Habitato). Πρόκειται για τειχισμένη περιοχή που εκτείνεται σε π. 15.000 τ.μ. και το συνολικό μήκος του οχυρωματικού περιβόλου της ανέρχεται στα π. 588μ. ή 338 βενετικούς πόδες. Το περίγραμμά του ήταν προσαρμοσμένο στο φυσικό ανάγλυφο και αρχικά περιέβαλε τις Β, Α και ΝΑ κλιτύες του υψώματος, ακριβώς κάτω από το Κάστρο της Αγίας Ελένης, ενώ στην Β και Α πλευρά αναπτύχθηκαν και εξωτερικά οχυρώματα. Ο οχυρωματικός περίβολος ενισχύεται από πέντε προμαχώνες. Σε αυτόν ανοίγονται δύο πύλες εισόδου, η κύρια στην Α πλευρά και η δευτερεύουσα, το Παραπόρτι ή Πύλη των εφοδίων, στην B πλευρά. Η οχύρωση της πόλης χρονολογείται γενικά στα τέλη του 14ου – αρχές 15ου αιώνα, ωστόσο εκτενείς μετασκευές και ενισχύσεις του περιβόλου σημειώθηκαν και αργότερα, όπως το 1488 με την οχύρωση της Ν πλευράς του λόφου, η οποία βλέπει προς το λιμάνι του Αγίου Νικολάου, και μεταξύ των ετών 1546 και 1551 με ευρείας κλίμακας επεμβάσεις, πληροφορίες που τεκμηριώνονται από τα βενετικά αρχεία.
Ο οχυρωματικός περίβολος εδράζεται στον φυσικό βράχο και το αρχικό ύψος του δεν μπορεί να προσδιοριστεί λόγω των μετασκευών του. Αρχικά η ανασυγκρότησή του σημειώθηκε με την ανέγερση των νοτίων τειχών και σε μεταγενέστερους χρόνους προστέθηκαν οι πέντε προμαχώνες, ακολουθώντας τις σύγχρονές του πολεμικές ανάγκες. Η κατανομή των προμαχώνων στα τείχη της Β, Α και Ν πλευράς του Ξώμπουργου κρίνεται ικανοποιητική, παρά το γεγονός ότι παρουσιάζουν αποκλίσεις ως προς τις μεταξύ τους αποστάσεις, αλλά κυρίως ως προς το μέγεθος και την μορφή τους. Οι πλέον επιβλητικοί προμαχώνες βρίσκονται στην Α πλευρά και σημειώνονται ήδη από τον Francesco Basilicata το 1618, ο πενταγωνικός Bello Ardo, στο μέσον της πλευράς, και ο ημικυκλικός Mezzaluna στην ΝΑ γωνία του περιβόλου. Στην νότια πλευρά του περιβόλου βρίσκεται η γωνιώδης Punta, Ponta κατά τον Basilicata, ενώ στην Β πλευρά προβάλλει μία μεγάλη πλατεία, το Paraporto, για την τοποθέτηση των κανονιών, και δυτικότερα αυτού ο ημιπρομαχώνας Mezzo baluardo στο σχέδιο του Magnani. Η θέση των προμαχώνων αυτών εξυπηρετούσε τις αμυντικές ανάγκες που δημιούργησε πλέον η νέα πολεμική τεχνολογία του πυροβολικού. H Punta της Νότιας πλευράς είχε απρόσκοπτη θέα προς το λιμάνι του Αγίου Νικολάου και στον θαλάσσιο χώρο έως τα στενά της Δήλου, όπου λυμαίνονταν πειρατές, καλύπτοντας την από Νότο εχθρική επίθεση. Οι δύο μεγάλοι προμαχώνες της ανατολικής πλευράς προστατεύουν την κύρια πύλη εισόδου στην πόλη, που ανοίγεται στην cortina ανάμεσά τους, ενώ στους πρόποδες του λόφου κάτω από αυτούς, αναπτυσσόταν το Προάστειο (Borgo), το οποίο ήταν ατείχιστο, αν και συγκέντρωνε όλες τις βιοτεχνικές και εμπορικές δραστηριότητες της πόλης, και του νησιού γενικότερα. Προς Βορρά η μεγάλη πλατεία στο Paraporto αποσκοπούσε στην ανάπτυξη του πυροβολικού που στόχευε προς τον απέναντι λόφο, το Monte delle Forche, Λόφο των Ικριωμάτων (Φούρκας το β΄νί), πάνω από τον οικισμό του Κουμάρου, από όπου ο εχθρός θα μπορούσε να επιφέρει πλήγμα στο κάστρο, εάν μετέφερε κανόνια. Ειδικά για την ενίσχυση της βόρειας πλευράς των τειχών αναπτύχθηκε εξωτερικό οχύρωμα, το revelin, κατά τον Basilicata, ή revellino, το οποίο στο Ξώμπουργο χωροθετείται στο μέσον της cortina.
Η κύρια πύλη εισόδου στην πόλη βρίσκεται στο σημείο που συνέκλιναν όλοι οι δρόμοι του νησιού προς το κάστρο. Η πύλη ανοιγόταν στην απόληξη της κεντρικής οδού του Προαστείου, μέσα από λίθινη κλίμακα. Το Παραπόρτι στην βόρεια πλευρά των τειχών αποτελούσε την είσοδο από τα Κάτω Μέρη της Τήνου. Στην περιοχή του υπήρχαν στρατώνες, αλλά και οι αποθήκες των σιτηρών σε περίπτωση πολιορκίας, από όπου προήλθε και η ονομασία porta di soccorso (των εφοδίων) στο σχέδιο του Magnani.
Οι αμυντικές κατασκευές της πόλης στο Ξώμπουργο συνιστούν την εικόνα οργανωμένου φρουρίου κατά το προμαχωνικό σύστημα. Ορισμένα μορφολογικά στοιχεία τους, όπως η χάραξη των προμαχώνων με ευθύγραμμα πλευρά συνηγορούν στο πρώιμο στάδιο εξέλιξης του νέου αμυντικού συστήματος, το οποίο διαμορφώθηκε μέσα στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα, και κατά την διάρκεια του Γ΄ βενετο-τουρκικού πολέμου (1537–1540). Στην χρονολόγηση αυτή συγκλίνουν και οι αρχειακές μαρτυρίες που πληροφορούν για τις ενέργειες των Βενετών ρεκτόρων του νησιού Tomaso Cocco και Marco Cicogna (1546–1551) ώστε να εκσυγχρονιστεί αμυντικά το Ξώμπουργο.
Στο εσωτερικό της πόλης υπήρχε οργανωμένος οικιστικός πυρήνας από Έλληνες και Βενετούς, όπως προκύπτει από τους ναούς. Σημειώνονται πέντε ναοί στα σχέδια των Basilicata και Magnani, η Αγία Σοφία, η Αγία Τριάδα, ο ναός Panigra (sic), ένας ορθόδοξος ναός (η Αγία Παρασκευή;) και ο Domo/Duomo, ο καθεδρικός ναός. Στην πόλη κατοικούσαν και οι Βενετοί αξιωματούχοι, ο ρέκτορας, ο προβλεπτής και ο σύνδικος, καθώς και ο Λατίνος επίσκοπος του νησιού. Καταστήματα δεν υπήρχαν στην πόλη, παρά μόνο τα αναγκαία στρατιωτικά καταλύματα και οι αποθήκες των σιτηρών. Η επάρκεια σε πόσιμο νερό εξασφαλιζόταν από τις κινστέρνες, με την δήλωση τριών δημόσιων στο σχέδιο του Magnani, ενώ υπήρχαν και ιδιωτικές στις οικίες. Η ύδρευση της πόλης επιτυγχανόταν και από μία πηγή στους πρόποδες του λόφου.
Ο εμπορικός πυρήνας του κάστρου βρισκόταν στο Προάστειο/ Borgo. Η περιοχή του ήταν ατείχιστη, αναπτύχθηκε ωστόσο στην σκιά των δύο επιβλητικών προμαχώνων της Α πλευράς του οχυρωματικού περιβόλου της πόλης. Οι κάτοικοί του ήταν έμποροι και γεωργοί, ο αριθμός των οποίων ανερχόταν στους 1.000 ή ακόμη και στους 2.000, γεγονός που σημαίνει ότι ο οικιστικός ιστός του ήταν πυκνός.
Το 1715, κατά τον Ζ΄ και τελευταίο βενετοτουρκικό πόλεμο (1714 – 1718), η Τήνος περιήλθε στην οθωμανική κυριαρχία. Έκτοτε το Ξώμπουργο καταστράφηκε και εγκαταλείφθηκε, με τους κατοίκους να μετακινούνται προς το λιμάνι του Αγίου Νικολάου.
Χαρακτηριστικό | Τιμή |
---|---|
Δημιουργός | Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, Ephorate of Antiquities of Cyclades |
Ενότητα | |
Βιβλιογραφία του σημείου ενδιαφέροντος |
Tο Βασίλειον της Κρήτης – Cretae Regnum, Francesco Basilicata, 1618, επιμ. Β. Δανέζη-Λαμπρινού, Ν. Μ. Παναγιωτάκης, Θ. Στρογγυλός, Π. Καψαμπέλη, Ηράκλειο: Εκδόσεις «Μικρός Ναυτίλος» - Βικελαία Βιβλιοθήκη - Σύνδεσμος ΤΕΔΚ Κρήτης, 1994. Δ. Αθανασούλης, Α.Γ. Γιαγκάκη, Χ. Σακελλάκου, «Ερευνητικό πρόγραμμα «Βυζαντινή και Λατινοκρατούμενη Τήνος: Παλαιά και νέα αρχαιολογικά δεδομένα», Περὶ τῶν Κυκλάδων νήσων Sur les îles des Cyclades, Το αρχαιολογικό έργο στις Κυκλάδες, Travaux archéologiques dans les Cyclades, Διεθνές Συνέδριο, Colloque international, Αθήνα, 22–26 Νοεμβρίου 2017. Μ. Αρακαδάκη, «Διορθωτικά στην έκδοση Facsimile το ‘Βασίλειον της Κρήτης – Cretae Regnum του Fr. Basilicata (1618)’ (Υπομνήματα των πινάκων)», Κρητολογικά γράμματα 11 (1995), 7-48. Μ. Αρακαδάκη, «Το προμαχωνικό σύστημα οχύρωσης του ΙΣΤ’–Η’ αιώνα στην ελληνική βιβλιογραφία. Προβλήματα ορισμών και ορολογίας», Επιστημονική Επετηρίδα της Πολυτεχνικής Σχολής Τμήμα Αρχιτεκτόνων, τ. ΙΓ΄ (1995), 43 – 115. E. Armao, Η «Έκθεση για το νησί και την πόλη της Τήνου του Pompeo Ferrari, ευγενή από την Piacenza» (Με χάρτες, σχεδιαγράμματα και σχέδια), μτφρ. π. Α. Φόνσος, π. Μάρκος Φώσκολος (επιμ.), Τηνιακά Μηνύματα, Πηγές 1, Τήνος 2018. Ε. Γεωργαντόπουλος, Τηνιακά, ήτοι αρχαία και νεωτέρα Γεωγραφία και Ιστορία της νήσου Τήνου, Αθήναι 1889. Δ. Δημητρόπουλος, Μαρτυρίες για τον πληθυσμό των νησιών του Αιγαίου, 15ος – αρχές 19ου αιώνα, Τετράδια εργασίας 27, Αθήνα: Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, 2004. Μ. Κουμανούδη, «Οι Λατίνοι στο Αιγαίο μετά το 1204: Αλληλεξαρτήσεις και διαπλεκόμενα συμφέροντα», Άγκυρα 3 (2010), 43-85. Ν. Κούρου, «Τήνος – Ξώμπουργο: Η οχύρωση», Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τ. ΙΗ΄ (2002-2003) [= Πρακτικά Β’ Κυκλαδολογικού Συνεδρίου, Θήρα 31 Αυγούστου – 3 Σεπτεμβρίου 1995, Μέρος Β’], Αθήνα 2005, 187-223. Χ. Κουτελάκης, Τήνος Αρχαία και Χριστιανική (από την Προϊστορία μέχρι την δημιουργία του Ελληνικού κράτους) – Η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, τόμ. Β΄, Χριστιανική Τήνος, Β΄ έκδοση, Αθήνα 2015. Ν.Γ. Μοσχονάς, «Πληροφορίες για την αμυντική κατάστασι της Τήνου στις αρχές του ΙΖ΄ αιώνα», Θησαυρίσματα 3 (1964), 29 – 61. Ν. Μπελαβίλας, Λιμάνια και οικισμοί στο Αρχιπέλαγος της Πειρατείας, 15ος- 19ος αιώνας, Αθήνα: Οδυσσέας, 1997. Α. Παπαδία–Λάλα, «Η Τήνος κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας (1390-1715)», π. Μ. Φώσκολος (επιμ.), Τήνος: Ιστορία και Πολιτισμός, Τήνος 2005, 171-198. Δ.Ζ. Σοφιανός, «Ιστορική αναδρομή εις την βενετοκρατούμενην και τουρκοκρατούμενην Τήνον», Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τ. Θ΄ (1971- 1973), 114 – 136. Ι. Στεριώτου, «Η εξέλιξη του «προμαχωνικού συστήματος» στις οχυρώσεις της Ελλάδας», Διαλέξεις Συλλόγου Μεταπτυχιακών & Υποψηφίων Διδακτόρων του Τμήματος Ιστορίας & Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 2012. Χ. Τσιγωνάκη, «Πόλεων ἀνελπίστοις μεταβολαῖς: Ιστορικές και αρχαιολογικές μαρτυρίες πό τη Γόρτυνα και την Ελεύθερνα της Κρήτης (4ος – 8ος αι.)», Τ. Κιουσοπούλου (επιμ.), Οι βυζαντινές πόλεις (8ος – 15ος αιώνας). Προοπτικές έρευνας και νέες προσεγγίσεις, Ρέθυμνο: Εκδόσεις Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Κρήτης, 2012, 73 – 100. Κ.Γ. Τσικνάκης, «Η Τήνος μετά τον Τέταρτο Βενετοτουρκικό Πόλεμο. Προσπάθειες επίλυσης των προβλημάτων», π. Μ. Φώσκολος (επιμ.), Από την Τήνο του Βενετού Δόγη στην Τήνο της Υψηλής Πύλης. 300 χρόνια από την παράδοση του Κάστρου της Τήνου, Τήνος: Δήμος Τήνου, 2017, 55 – 86. Κ.Γ. Τσικνάκης, «Αψιμαχίες μεταξύ Βενετών και Τούρκων στην Τήνο το καλοκαίρι του 1577», Ministerium Historiae. Τιμή στον π. Μάρκο Φώσκολο, Κ.Α. Δανούσης ‒ Κ.Γ. Τσικνάκης (επιμ.), Τήνος: Δήμος Τήνου, 2017, 623 – 634. Μ. Φίλιππα–Αποστόλου, Το Κάστρο της Αντιπάρου. Συμβολή στη μελέτη των οχυρωμένων μεσαιωνικών οικισμών του Αιγαίου, Αθήνα 1978. Μ. Φίλιππα–Αποστόλου, Μικροί οχυρωμένοι οικισμοί του Αιγαίου: Στα ίχνη της ιστορικής τους ταυτότητας, Αθήνα 2000. π.Μ. Φώσκολος, «Το κάστρο της Τήνου ανά τους αιώνες», Τήνος Εώα και Εσπερία. Πάνω μέρη Τήνου, Πρακτικά Επιστημονικής συνάντησης, 4, 5, 6 Σεπτεμβρίου 1997, Αθήνα: Εταιρεία Τηνιακών Μελετών, 1999, 115 – 130. π.Μ. Φώσκολος, «Η Τήνος από τη Γκιζοκρατία στη Βενετοκρατία», Τηνιακά Ανάλεκτα 4 (2000), 137 – 171. Ε. Armao, Venezia in Oriente: la relazione dell’isola et citta’ di Tine di Pompeo Ferrari gentil’ huomo piacentino, Ρώμη: G. Bardi, 1938. J. Baker, “Νομίσματα, νομισματοκοπία και νομισματοκοπεία στις μεσαιωνικές Κυκλάδες, 13ος–15ος αιώνας /Monete, monetazione e zecche nelle Cicladi medievali, XIII–XV secolo», Ν.Γ. Μοσχονάς και Μ.-Γ. Λίλυ Στυλιανούδη (επιστ. επιμ.), Το δουκάτο του Αιγαίου. Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης (Νάξος-Αθήνα, 2007), Αθήνα: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών : Ακαδημία Αθηνών, Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Κοινωνίας, 2009, 333–385. J. Baker, Coinage and Money in Medieval Greece 1200-1430, (2 vols.), The Medieval Mediterranean, Volume: 124, Leiden- Boston: Brill, 2020. H. Eberhard, “Mittelalterliche Burgen auf den Kykladen. Eine Übersicht”, Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τ. Ι΄ (1974- 1977), 501 – 585. J. Hale, “The Early Development of the Bastion: an Italian Chronology, c.1450-c.1534”, J. R. L.Highfield, B. Smalley & J. R. Hale (εκδ.), Europe In the Late Middle Ages, London: Faber and Faber, 1965, 466–517. E. Honigmann (εκδ.), Le Synekdemos d'Hierokles. Et L'opuscule geographique de Georges de Chypre, Bruxelles: Editions de l'Institut de philogie et d'histoire orientales et slaves, 1939. M. Koumanoudi, “The Latins in the Aegean after 1204: Interdependence and interwoven affairs”, Urbs capta. The Fourth Crusade and its consequences. La IVe Croisade et ses conséquences, (εκδ. A. Laiou), Réalités Byzantines 10, Paris: Lethielleux, 2005, 247-268. R.-J. Loenertz, Les Ghisi, dynastes vénitiens dans l'archipel (1207-1390), ouvrage publie avec lʹaide de P. Schreiner, Civilta veneziana. Studi 26, Firenze: Leo S. Olschki Editore, 1975. E. Malamut, Les îles de l'Empire byzantin: VIIIe-XIIe siècles, Paris, Publications de la Sorbonne, Série Byzantina Sorbonensia 8, vols. 2, 1988. C.E. Michaelides, Kastra: Architecture and Culture in the Aegean Archipelago, Washington University Libraries, Washington University in St. Louis, Books and Monographs 41, Saint Louis 20182. M. Philippa-Apostolou, “Le nom ‘Kastro’ donné aux villages fortifiés des Cyclades”, Ν. Μουτσόπουλος (επιμ.), Πύργοι και Κάστρα, Ανακοινώσεις εις την XV Διάσκεψιν της Επιστημονικής Επιτροπής του Διεθνούς Ιδρύματος Πύργων και Κάστρων, Ίδρυμα Πατριαρχικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1980, 135-147. G.R.L. von Sinner (εκδ.), Christoph. Bondelmontii Florentini, Librum Insularum Archipelagi, Λειψία, Βερολίνο 1824. B. Slot, Archipelagus turbatus: les Cylades entre colonisation latine et occupation ottomane c. 1500-1718, Istanbul: Nederlands Historisch-Archaeologisch Instituut te Istanbul, 1982. D. Tinterri, L'isola di Tinos dai Ghisi alla Serenissima (XIV-XV secolo), Tesi di Laurea, Venezia, Università Ca' Foscari Venezia, 2012. A.K. Vionis, A Crusader, Ottoman and Early Modern Aegean Archaeology. Built Environment and Domestic Material Culture in the Medieval and Post-Medieval Cyclades, Greece (13th- 20th Century AD), Leiden: Leiden University Press 2012. E.A. Zachariadou, Trade and crusade: Venetian Crete and the Emirates of Menteshe and Aydin (1300-1415), Bibliothèque de l'Institut hellénique d'études byzantines et post-byzantines de Venise, no 11, Venice: Istituto ellenico di studi bizantini e postbizantini di Venezia per tutti i paesi del mondo, 1983. |
Ημερομηνία | 29/09/2023 |
Χρονική περίοδος | 11ος αι. π.Χ. – 1715, 11th c. B.C. - 1715 |
Τοποθεσία | Το Κάστρο του Εξώμβουργου/ Ξώμπουργου της Τήνου είναι κτισμένο στην κορυφή του απότομου ομώνυμου λόφου που υψώνεται π. 540μ. από την επιφάνεια της θάλασσας στο κέντρο του Ν τμήματος του νησιού. |
Γλώσσα | Ελληνικά, Αγγλικά |
URL | https://cycladiccastles.repository.gr/jsonitems/11786 |
Κάτοχος Δικαιωμάτων | |
Κατηγορία | Οχυρωμένος οικισμός |
Ηχητικά |