Tο Καστρί, η αρχαία Αρκεσίνη, είναι κτισμένο σε λόφο που υψώνεται σε μικρή χερσόνησο στην Β ακτή της Αμοργού, σε κοντινή απόσταση από το χωριό Βρούτσης. Στο κέντρο του λόφου υψώνεται βράχος στον οποίο αναπτυσσόταν η ακρόπολη της αρχαίας πόλης και σήμερα βρίσκεται ο ναός της Παναγίας Καστριανής. Η οχυρή πολιτεία έλεγχε τον κάμπο της Κάτω Μεριάς, αλλά και όλη την Αμοργό, κατοπτεύοντας και το ανοικτό πέλαγος προς Β έως την Δονούσα και το πέρασμα των Μικρών Κυκλάδων.
Το Καστρί εκτείνεται σε επιφάνεια …τ.μ. (?? στρ.) και έχει ακανόνιστο σχήμα, καθώς ο οχυρωματικός περίβολός του ακολουθεί την μορφολογία του εδάφους. Τα τείχη εδράζονται στον φυσικό βράχο και δεν σώζονται σε όλο το μήκος τους, η χάραξή τους όμως είναι διαπιστωμένη περιμετρικά του λόφου. Τα αρχαία τείχη αξιοποιήθηκαν και αποτέλεσαν την οχύρωση και της μεσαιωνικής πόλης, όπως δείχνουν οι καθ’ ύψος επάλληλες διακριτές τοιχοποιίες σε ορισμένα σημεία του περιβόλου.
Τα τείχη της Β και της Α πλευράς ακολουθούν την πορεία του λόφου και διατηρούνται σε μήκος …..μ. Η αμυντική ικανότητά τους ενισχύεται από θλάσεις, οι οποίες διαμορφώνονται ως κλίμακες λαξευμένες στο βράχο, λειτουργώντας παράλληλα και ως αντιστήριξη στο υπόλοιπο τείχος. Οι κλίμακες αυτές παρουσιάζουν επιμέλεια στην εσωτερική όψη τους, η οποία ήταν εν μέρει ορατή, ενώ στα ανώτερα τμήματά τους έχουν υποστεί ανακατασκευές. Λόγω της απόκρημνης Α πλαγιάς του λόφου το τείχος ήταν σχετικά χαμηλό και με το ύψος του να ανέρχεται στα 4 – 4,30μ. έως τον περίδρομο. Σήμερα διατηρείται έως το ύψος αυτό, ενώ ο περίδρομος δεν σώζεται. Το πάχος του κυμαίνεται από 1,20 έως 1,60μ. [Μηλιαράκης, όχι σε Rougemont] Η τοιχοποιία του συνιστάται από επιμήκεις λίθους που σε ορισμένες περιπτώσεις φθάνουν τα 2,70μ., οι οποίοι διατάσσονται σε οριζόντιες ζώνες.
Στα ΝΑ και κυρίως στην Ν πλευρά του λόφου της Αρκεσίνης η διατήρηση του τείχους είναι αποσπασματική, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατόν να προσδιοριστεί με ακρίβεια η χάραξή του. Στην Δ πλευρά το τείχος διατηρείται μόνο σε ένα τμήμα μήκους π. 20μ. περί το μέσον της, ωστόσο η ύπαρξή του είναι αδιαμφισβήτητη, καθώς πρόκειται για την πλευρά με την ομαλότερη πρόσβαση στην ακρόπολη, επομένως και την πλέον ευάλωτη. Στην πλευρά αυτή θα βρισκόταν και η πύλη εισόδου στο Καστρί, σήμερα ωστόσο χαμένη. Το τείχος αυτό προστάτευε την αρχαία πόλη στην ακμή της κατά την ελληνιστική περίοδο, οι ανακατασκευές του ωστόσο στα ανώτερα τμήματα από διακριτή τοιχοδομία, μικρότεροι ακανόνιστοι λίθοι προερχόμενους από την επιτόπου λάξευση του βράχου, δείχνουν ότι αυτό χρησιμοποιήθηκε και μεταγενέστερα, και κατά τους πρωτοβυζαντινούς χρόνους.
Ο βράχος που υψώνεται στο κέντρο του λόφου της Αρκεσίνης αποτελεί την ακρόπολη της αρχαίας πόλης. Πρόκειται για περιοχή …τ.μ. που περικλείεται από οχυρωματικό περίβολο μήκους…. μ. Το γενικό σχήμα του είναι μακρόστενο, ακολουθώντας την μορφολογία του βράχου και συγκροτεί σύστημα οχύρωμα που εν πολλοίς υψώνεται επάνω στους δόμους του αρχαίου τείχους, οι οποίοι στα ανώτερα τμήματα έχουν υποστεί ανακατασκευές. Στο ΝΑ τμήμα εντοπίζεται περιμετρικός πύργος, ενισχύοντας την άμυνα του περιβόλου αλλά και προστατεύοντας την παρακείμενη πύλη εισόδου στα ΝΔ. Ο πύργος έχει ?? κάτοψη και διαστάσεις ?x?μ., ενώ το σωζόμενο ύψος του ανέρχεται στα ??μ. Το μέγιστο πάχος των τοίχων του είναι …μ. Ο πύργος είχε ?? ορόφους, με το υπόγειο να διαμορφώνεται ως κινστέρνα συλλογής όμβριων. Τα μορφολογικά και κατασκευαστικά στοιχεία του πύργου έχουν ομοιότητες με τις ανωδομές του τείχους της αρχαίας ακρόπολης, ωστόσο διακρίνεται κατασκευαστική επιμέλεια στα προβεβλημένα σημεία του. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την οχυρή θέση του και την εποπτεία που έχει σε όλη την περιοχή του Καστριού, αλλά και της Κάτω Μεριάς, συνηγορούν στην λειτουργία του ως ακροπυργίου.
Στο ΝΑ τμήμα της ακρόπολης βρίσκεται η Παναγία Καστριανή. Πρόκειται για δίκλιτο καμαροσκέπαστο ναό, ο οποίος έχει οικοδομηθεί μάλλον κατά τον 13ο αιώνα, επάνω σε αρχαία οικοδομικά κατάλοιπα, ίσως του ναού της Αφροδίτης, ενώ και στην τοιχοποιία του εντοπίζεται οικοδομικό υλικό σε δεύτερη χρήση. Στο πλάτωμα της ακρόπολης εντοπίζονται εκτενή οικοδομικά λείψανα, προφανώς δημοσίων και ιδιωτικών κτηρίων, της αρχαίας αλλά και της μεσαιωνικής πόλης, δίχως ωστόσο να είναι εφικτή η ταύτισή τους. Η επάρκεια σε πόσιμο νερό επιτυγχανόταν από κινστέρνες συλλογής των ομβρίων, καθώς δεν υπάρχουν πηγές νερού, όπως δείχνουν και τα κατάλοιπα μίας θολωτής κινστέρνας στην ακρόπολη. Οι ανωδομές του οχυρωματικού περιβόλου της ακρόπολης και η παρόμοια τοιχοποιία του πύργου, αποτελούμενες επί το πλείστον από μικρούς ακανόνιστους λίθους, θεωρούνται σύγχρονες και ανάγονται στον 13ο αιώνα, εποχή ίδρυσης και της Παναγίας Καστριανής.
Χαρακτηριστικό | Τιμή |
---|---|
Δημιουργός | Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, Ephorate of Antiquities of Cyclades |
Ενότητα | |
Βιβλιογραφία του σημείου ενδιαφέροντος |
Δ.. Δημητρόπουλος, Μαρτυρίες για τον πληθυσμό των νησιών του Αιγαίου, 15ος – αρχές 19ου αιώνα, Τετράδια εργασίας 27, Αθήνα: Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, 2004. Μ. Κουμανούδη, «Για ένα κομμάτι γης, Η διαμάχη Σανούδων-Γκίζη για το νησί της Αμοργού (14ος αι.)», Θησαυρίσματα 29 (1999), 45 – 89. Μ. Κουμανούδη, «Οι Λατίνοι στο Αιγαίο μετά το 1204: Αλληλεξαρτήσεις και διαπλεκόμενα συμφέροντα», Άγκυρα 3 (2010), 43-85. Μ. Λεοντσίνη, Κωνσταντίνος Δ΄ (668-685): ο τελευταίος πρωτοβυζαντινός αυτοκράτορας, Μονογραφίες (Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών), 7, Αθήνα: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, 2006. Λ.Ι. Μαραγκού, Αμοργός Ι. Η Μινώα, η πόλις, ο λιμήν και η μείζων περιφέρεια, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, αρ. 228, Αθήνα: Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, 2003. Α. Μηλιαράκης, Ὑπομνήματα περιγραφικά τῶν Κυκλάδων Νήσων κατά μέρος: Ἀμοργός, Ἐν Ἀθήναις: Εκ του Τυπογραφείου των Αδελφών Περρή, 1884. Β. Πέννα, «Κοινωνία και οικονομία στο Αιγαίο κατά τους βυζαντινούς χρόνους (4ος – 12ος αι.)», Οβολός 9, Το νόμισμα στα νησιά του Αιγαίου: νομισματοκοπεία, κυκλοφορία, εικονογραφία, ιστορία: Πρακτικά συνεδρίου της Ε' επιστημονικής συνάντησης, Μυτιλήνη, 16-19 Σεπτεμβρίου 2006, επιστ. επιμέλεια Π. Τσέλεκας, Αθήνα 2010, 11 – 42. Χ. Πέννας – Ι. Σαμόλαδου, «Βυζαντινά και μεσαιωνικά νομισματικά ευρήματα Κυκλάδων», Οβολός 9, Το νόμισμα στα νησιά του Αιγαίου: νομισματοκοπεία, κυκλοφορία, εικονογραφία, ιστορία: Πρακτικά συνεδρίου της Ε' επιστημονικής συνάντησης, Μυτιλήνη, 16-19 Σεπτεμβρίου 2006, επιστ. επιμέλεια Π. Τσέλεκας, Αθήνα 2010, 135 – 157. Ι. Τουράτσογλου, «ἐν ὀστράκῳ θαλασσίῳ…: ο "θησαυρός" της Αρκεσίνης Αμοργού», Ν. Σταμπολίδης (επιμ.), Φως Κυκλαδικόν: τιμητικός τόμος στη μνήμη του Νίκου Ζαφειρόπουλου, Αθήνα: Ίδρυμα Νικολάου Π. Γουλανδρή-Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, 1999, 348-359. A. Avramea, “Land and Sea Communications, Fourth–Fifteenth Centuries”, A.E. Laiou (γεν. επιμ.), The Economic History of Byzantium: From the Seventh through the Fifteenth Century, Dumbarton Oaks Studies 39, Washington,D.C. 2002, 57 – 90. H. Eberhard, “Mittelalterliche Burgen auf den Kykladen. Eine Übersicht”, Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τ. Ι΄ (1974- 1977), 501 – 585. M. Koumanoudi, “The Latins in the Aegean after 1204: Interdependence and interwoven affairs”, Urbs capta. The Fourth Crusade and its consequences. La IVe Croisade et ses conséquences, (εκδ. A. Laiou), Réalités Byzantines 10, Paris: Lethielleux, 2005, 247-268. R.-J. Loenertz, Les Querini, comtes d’Astypalée, 1413-1537, OCP 30 (1964) 385-397, [= R.-J. Loenertz, Byzantina et Franco-Graeca. Articles parus de 1935 à 1966 réedités avec la collaboration de Peter Schreiner, Roma: Edizioni di storia e letteratura, 1970, 503-514]. R.-J. Loenertz, “Les Querini. II. Comtes d’Astypalée et seigneurs d’Amorgos 1413–1446–1537”, Orientalia Christiana Periodica 32 (1966), 372–393 [= R.-J. Loenertz, Byzantina et Franco-Graeca. Articles parus de 1935 à 1966 réedités avec la collaboration de Peter Schreiner, Roma: Edizioni di storia e letteratura, 1970, 515–536]. R.-J. Loenertz, Les Ghisi, dynastes vénitiens dans l'archipel (1207-1390), ouvrage publie avec lʹaide de P. Schreiner, Civilta veneziana. Studi 26, Firenze: Leo S. Olschki Editore, 1975. E. Malamut, Les îles de l'Empire byzantin: VIIIe-XIIe siècles, Paris, Publications de la Sorbonne, Série Byzantina Sorbonensia 8, vols. 2, 1988. V. Penna, “Monetary circulation in the Cyclades during the dark ages: an updated approach”, J. Crow και D. Hill (εκδ.), Naxos and the Byzantine Aegean: Insular Responses to Regional Change, Papers and monographs from the Norwegian Institute at Athens, v. 7, The Norwegian Institute at Athens 2018, 51-60. L. Ross, Reisen auf den griechischen Inseln des ägäischen Meeres, Band 1 & 2, Stuttgart, Tübingen: J.G. Cotta, 1840 – 1843. G. Rougemont, R. Dalongeville, M.-Fr. Boussac, G. Charpentier, D. Kokkonis, E.-L.I. Marangou, P. Veillat, “Recherches à Amorgos. Le site et le rempart d'Arkésinè”, Recherches dans les Cyclades. Résultat des travaux de la RCP 583, Collection de la Maison de l'Orient méditerranéen. Série archéologique, 23, Lyon: Maison de l'Orient et de la Méditerranée Jean Pouilloux, 1993, 97 – 122. G. Saint-Guillain, “Amorgos au XIVe siècle. Une seigneurie insulaire entre Cyclades féodales et Crète vénitienne”, Byzantinische Zeitschrift 94 (2001), 62-189 B. Slot, Archipelagus turbatus: les Cylades entre colonisation latine et occupation ottomane c. 1500-1718, Istanbul, Nederlands Historisch-Archaeologisch Instituut te Istanbul, 1982 E. Tzavella, “Dhaskalio, Keros : an unknown early byzantine church, its ceramic finds, and small-scale navigation in the Central Aegean”, J. Crow και D. Hill (εκδ.), Naxos and the Byzantine Aegean: Insular Responses to Regional Change, Papers and monographs from the Norwegian Institute at Athens, v. 7, The Norwegian Institute at Athens 2018, 177 – 194. E.A. Zachariadou, Trade and crusade: Venetian Crete and the Emirates of Menteshe and Aydin (1300-1415), Bibliothèque de l'Institut hellénique d'études byzantines et post-byzantines de Venise, no 11, Venice: Istituto ellenico di studi bizantini e postbizantini di Venezia per tutti i paesi del mondo, 1983. G. Zacos – A. Veglery, Byzantine lead seals, vol. 1, Τετράδια Αρχαιολογίας και Τέχνης αρ.3, Basel 1972. |
Ημερομηνία | 29/09/2023 |
Χρονική περίοδος | 5ος αι. π.Χ. - 13ος αι. μ.Χ., 5th c. A.D. - 13th c. A.D. |
Τοποθεσία | Το Καστρί, η αρχαία Αρκεσίνη, βρίσκεται στο Δ τμήμα της Αμοργού (Κάτω Μεριά), σε λόφο που υψώνεται επάνω σε μικρή χερσόνησο της Β ακτής της, σε κοντινή απόσταση από το χωριό Βρούτσης. |
Γλώσσα | Ελληνικά, Αγγλικά |
URL | https://cycladiccastles.repository.gr/jsonitems/11790 |
Κάτοχος Δικαιωμάτων | |
Κατηγορία | Ακρόπολη, Ακρόπολη |
Ηχητικά |