Tο Κάστρο της Σίφνου είναι κτισμένο σε οχυρή χερσόνησο στο ΝΑ τμήμα του νησιού, με την Α και Β πλευρά του να υψώνονται απόκρημνες επάνω στην θάλασσα, και την Ν πλευρά να είναι πιο ομαλή και να καταλήγει σε ρεματιά που εκβάλλει στο λιμάνι Σεράλια. Το Κάστρο βρίσκεται σε περιοχή που έχει τεκμηριωθεί κατοίκηση από τους πρώτους γεωμετρικούς χρόνους έως και την ύστερη αρχαιότητα, ενώ το ΒΔ τμήμα του αποτέλεσε και την αρχαία ακρόπολη της Σίφνου. Το Κάστρο καταλαμβάνει έκταση 10.100 τ.μ. (10 στρ.) και η συνολική περίμετρος των τειχών του ανέρχεται στα 610μ. Έχει ελλειψοειδές σχήμα του ακολουθεί την μορφολογία του εδάφους και αποτελείται από δύο τμήματα, το Μέσα και το Έξω Κάστρο.
Το Μέσα Κάστρο εκτείνεται στο ΒΔ τμήμα του οχυρωμένου οικισμού, το οποίο εντοπίζεται στην κορυφή του λόφου, σε επιφάνεια 3.700 τ.μ. (3,7 στρ.) και με περίμετρο π. 275 μ. Το γενικό σχήμα του είναι ορθογώνιο και απαρτίζεται από δύο τμήματα, το Δυτικό και το Ανατολικό, τα οποία διακρίνονται από την κλίση του εδάφους. Συγκροτεί αυτοτελές σύστημα οχύρωσης, που ταυτίζεται με την αρχαία ακρόπολη των Σιφνίων, τόσο στο Δ τμήμα που χρονολογείται στον 6ο αιώνα π.Χ., όσο και στο Α τμήμα που αποτελεί επέκταση του 5ου αιώνα π.Χ. Το Μέσα Κάστρο αξιοποίησε λειτουργικά τον παλαιότερο οχυρωματικό περίβολο, ενισχύοντάς τον κατά την βυζαντινή περίοδο. Οι δύο πύργοι της Β και Ν πλευράς του περιβόλου, αρχικά ενσωματωμένοι στην περίμετρό του, αργότερα προεξείχαν αυτού, πιθανότατα ακολουθώντας το σύστημα οχύρωσης με την ανακατασκευή της πύλης εισόδου στα Ν μετά τα μέσα του 14ου αιώνα.
Το Μέσα Κάστρο υψώνεται επάνω στους μαρμάρινους δόμους του αρχαϊκού τείχους, οι οποίοι στα ανώτερα τμήματά τους εναλλάσσονται με μεσαίου μεγέθους σχιστόλιθους και μικρές πλίνθους, με το πάχος του περιβόλου να ανέρχεται στα 1,70 – 2μ. Την ίδια κατασκευή ακολουθεί και ο σωζόμενος Β πύργος. Ο Ν πύργος έχει χαθεί σήμερα και η θέση του αποτυπώνεται ως απλή προεξοχή στην οχυρωματική γραμμή της Ν πλευράς του Μέσα Κάστρου. Η λειτουργία του όμως ήταν σημαντική, καθώς έλεγχε την παρακείμενη πύλη εισόδου. Η πύλη σήμερα δεν σώζεται, πέραν των μαρμάρινων ορθοστατών της, ωστόσο από τις περιγραφές των περιηγητών συνάγεται ότι ήταν εντυπωσιακή. Η πύλη ή Λότζια (Loggia) εσωτερικά είχε την μορφή θολωτού διαβατικού με οξυκόρυφα τόξα, τα οποία – κατά την περιγραφή του Tournefort στις αρχές του 18ου αιώνα – στηρίζονταν σε οκταγωνικό πεσσό που έφερε επιγραφή με τα οικόσημα των Γιαννούλη Da Corogna με το έτος 1365/1369 (ή 1374 κατά άλλους) και των Gozzadini, των κυρίων του νησιού από το 1463. Στο μέσον του διαβατικού θα πρέπει να ήταν διευθετημένη και η καταφραγή. Ο οκταγωνικός πεσσός σώζεται σήμερα εντοιχισμένος σε παρακείμενη οικία. Η ανακαίνιση αυτή του Μέσα Κάστρου και η αναδιοργάνωση της πύλης εισόδου και των προεξεχόντων πύργων του περιβόλου θα πρέπει να αναχθεί μετά τα μέσα του 14ου αιώνα.
Σε κεντρική και περίοπτη θέση του Δ τμήματος του Μέσα Κάστρου εντοπίζονται τα λείψανα ερειπωμένου πύργου. Πρόκειται για τετράγωνης κάτοψης κτήριο, διαστάσεων 7x7μ. και ύψους τουλάχιστον 8μ. έως τις αρχές του 20ου αιώνα. Το μέγιστο πάχος των τοίχων του φθάνει στα 1,50μ. Ο πύργος είχε τρεις ορόφους, με το υπόγειο να διαμορφώνεται ως κινστέρνα συλλογής όμβριων, το ισόγειο να αποτελεί χώρο αποθήκευσης, καθώς στερείται ανοιγμάτων, και στον όροφο να διαμορφώνονται οι χώροι κατοίκησης. Η επιμελημένη κατασκευή του πύργου με τους ευμεγέθεις λίθους στις γωνίες του αλλά και σε όλο το ύψος του, σε συνδυασμό με την οχυρή θέση του και την εποπτεία που έχει σε όλη την περιοχή του Μέσα Κάστρου συνηγορούν στην λειτουργία του ως ακροπυργίου.
Β και Α του κεντρικού πύργου αναπτυσσόταν το συγκρότημα της ηγεμονικής κατοικίας, το οποίο πρέπει να εκτεινόταν από την ΒΑ πλευρά έως τα Δ του Μέσα Κάστρου. Πρόκειται για την περιοχή που ανέσκαψε η Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή κατά τα έτη 1935-1937 αποκαλύπτοντας οικοδομικά κατάλοιπα ήδη από την πρώιμη γεωμετρική περίοδο, κατεδαφίζοντας ωστόσο τις κατοικίες των ηγεμόνων. Οι κατοικίες αυτές αποτελούσαν στενόμακρους χώρους πλάτους 2,25–3μ., θεμελιωμένους σε υψηλότερη στάθμη από το στέρεο έδαφος και βρίσκονταν σε επαφή με το περιμετρικό τείχος. Στα ΝΑ αυτών, στη θέση «Δεσποτικά», η προφορική παράδοση διέσωσε την μαρτυρία αρχοντικών κατοικιών (και από τον 17ο αιώνα με την σύσταση της Μητρόπολης Σίφνου τις κατοικίες και τα γραφεία της), η οποία επιβεβαιώθηκε ανασκαφικά με την αποκάλυψη μεγάλης αίθουσας που έφερε έξι τόξα. Οι αρχοντικές κατοικίες εντοπίζονται και στην περιοχή «Κονάκια», στο Β άκρο του Μέσα Κάστρου, ενώ αναφορά γίνεται και για το κτήριο της Καγκελαρίας (σήμερα η ερειπωμένη οικία Καμπάνη), αριστερά της πύλης εισόδου στο Μέσα Κάστρο.
Στο εσωτερικό του Μέσα Κάστρου οι οικιστικές ζώνες οργανώνονται γύρω από κυκλοφοριακό δακτύλιο. Στην κεντρική ζώνη εντοπίζονται δύο ναοί, στα Δ ο Άγιος Αντώνιος (Φραγκαντώνης), ο μοναδικός λατινικού δόγματος ναός του Κάστρου, και στα Α ο κυριότερος ορθόδοξος ναός αφιερωμένος στην Παναγία Ελεούσα, που υπήρξε και έδρα της Μητρόπολης Σίφνου. Οι οικίες της περιοχής αναπτύσσονται σε σειρά και σύγκολλες, έχουν ωστόσο μικρότερες διαστάσεις σε σχέση με τα αρχοντικά του Δ τμήματος. Η ύδρευση του οικισμού θα πρέπει να επιτυγχανόταν από κινστέρνες που συγκέντρωναν τα όμβρια από τις επίπεδες στέγες των οικιών.
Οι εγκαταστάσεις στα Σεράλια, οι ανεμόμυλοι στα Δ και τα αλώνια στα ΝΑ του Κάστρου πρέπει να συνδέονται με την ανάπτυξη του οργανωμένου οικισμού του Μέσα Κάστρου μετά τα μέσα του 14ου αιώνα.
Το Έξω Κάστρο αναπτύσσεται Α, Ν, και Δ κατά μήκος του μεγάλου άξονα του Μέσα Κάστρου, ακολουθώντας την μορφολογία του εδάφους και καταλαμβάνοντας συνολικά έκταση 6.400 τ.μ. (6,4 στρ.). Πρόκειται για τρεις δακτυλίους, με τους δύο να οργανώνονται συνεχόμενα στην Α πλευρά του Μέσα Κάστρου και τον τρίτο δακτύλιο στα Ν, ΝΑ και Δ να περικλείει και να ενσωματώνει τις τρεις πλευρές του Κάστρου, δίνοντας στο σύνολό του ελλειψοειδές σχήμα και τονίζοντας τον επιμήκη ΒΔ – ΝΑ άξονά του. Οι προσθήκες αυτές στον αρχικό πυρήνα της μεσαιωνικής οχύρωσης έγιναν προοδευτικά, ωστόσο είχαν ολοκληρωθεί έως τις αρχές του 17ου αιώνα, καθώς το Κάστρο της Σίφνου φαίνεται να έχει λάβει την οριστική μορφή του στην απεικόνισή του από τον Βενετό μηχανικό Rafaele Monnani το 1629.
Οι δακτύλιοι διαμορφώνονται από κτίσματα που διατάσσονται περιμετρικά σε πυκνή διάταξη και εν επαφή, ώστε οι ενισχυμένοι εξωτερικοί τοίχοι τους να συγκροτούν τον οχυρωματικό περίβολο. Ο περίβολός τους ωστόσο είναι εμφανώς ασθενέστερος σε σχέση με αυτόν του Μέσα Κάστρου, καθώς το πάχος του είναι π. 1μ., ενώ στον τρίτο και εξωτερικό δακτύλιο εντοπίζονταν και περιμετρικοί πύργοι. Σε όλες τις επιμέρους περιοχές του Κάστρου η πυκνή δόμηση με τους στενούς δρόμους και η έλλειψη πλατειών/ ελεύθερων χώρων, αποτελεί γνώρισμα της αμυντικής λειτουργίας του δομημένου χώρου.
Ο πρώτος δακτύλιος εντοπίζεται ακριβώς σε επαφή με το Μέσα Κάστρο. Στο σημείο αυτό ανοίγεται στα Β και η πύλη εισόδου, η Λότζια, η οποία διαμορφώνεται ως σκεπαστό διαβατικό, με τον όροφο να καταλαμβάνεται από τον ναό της Παντάνασσας. Οι οικίες στην περιοχή είναι στραμμένες προς το εσωτερικό, διώροφες ή τριώροφες με επίπεδη στέγη. Πρόκειται για κατοικίες στενομέτωπες και περιορισμένων διαστάσεων, που διαθέτουν ξεχωριστή είσοδο σε κάθε όροφο από εξωτερική κλίμακα, στοιχείο που δηλώνει την χρήση τους από διαφορετική οικογένεια (οριζόντια ιδιοκτησία). Την ίδια εικόνα παρουσιάζει και ο δεύτερος δακτύλιος που αναπτύχθηκε γραμμικά στην συνέχεια του πρώτου, σε χαμηλότερη ωστόσο στάθμη εδάφους. Στην ΒΑ πλευρά του πρέπει να υπήρχαν μία ή δύο δευτερεύουσες πύλες εισόδου, οι οποίες σήμερα δεν σώζονται. Οι οικίες εδώ παρατάσσονται περιμετρικά γύρω από τον κεντρικό ναό (αγιωνύμιο;;) και παρουσιάζουν τυποποίηση στις διαστάσεις και στα μορφολογικά στοιχεία τους. Στο ΝΑ και ΝΔ μέτωπο της περιοχής αυτής, όπου διατηρείται καλύτερα η σε σειρά και εν επαφή διάταξη των οικιών, ανοίγονται στον πίσω τοίχο τους μικρά ανοίγματα στα ψηλότερα τμήματά τους, στοιχείο του αμυντικού χαρακτήρα τους και της προγενέστερης του εξωτερικού δακτυλίου κατασκευής της.
Ο τελευταίος αμυντικός δακτύλιος, αποτελεί την τελευταία χρονικά φάση οχύρωσης του Κάστρου και διαμορφώνεται ως εξωτερική περιμετρική ζώνη οικιών που ενσωματώνει τις προϋπάρχουσες. Στο συμπαγές τείχος του δακτυλίου αυτού αναγνωρίζονται περιμετρικοί πύργοι, εννέα σύμφωνα με το σχέδιο του Monnani, διευθετημένοι ώστε να παρέχουν προστασία στις πύλες εισόδου του Κάστρου, αλλά και για θωράκιση των τειχών με πλευροκόπημα. Οι πύργοι αυτοί ήταν ορθογώνιας κάτοψης κτήρια, δίχως σημαντικό πάχος στις τοιχοποιίες τους, οι οποίοι σήμερα έχουν ενσωματωθεί σε σύγχρονες κατασκευές. Στην Ν πλευρά του εξωτερικού δακτυλίου υπάρχουν τρεις πύλες εισόδου, οι οποίες ανοίγονται στους δρόμους που οδηγούν στους κεντρικούς οικισμούς του νησιού, στο λιμάνι Σεράλια και στην ενδοχώρα με τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Η κύρια πύλη εισόδου (;;) [αυτή είναι η ΝΔ πύλη;;;] ήταν εκείνη που οδηγούσε στο λιμάνι, η Πύλη του Χαντακίου, η οποία φέρει μορφολογικές αντιστοιχίες με την πύλη του Μέσα Κάστρου. Η πύλη διαμορφώνεται ως σκεπαστό διαβατικό με καταφραγή, με τον όροφο να καταλαμβάνεται από την οικία Προβελέγγιου. Η οικία, άλλοτε το τελωνείο, αποτελεί αντιπροσωπευτικό τύπο αρχοντικού, το οποίο περιλαμβάνει τέσσερεις μονάδες των τυπικών στενομέτωπων κτηρίων του Κάστρου. Το Ν μέτωπο του δακτυλίου αυτού, που αποτελεί και το εξωτερικό περιτείχισμα του Κάστρου, συγκροτείται από τις εφαπτόμενες σε σειρά οικίες, που είχαν μικρά ανοίγματα στο ανώτερο τμήμα της εξωτερικής πλευράς τους, όπως αρμόζει σε οχυρωματικά έργα και αποτυπώνεται στο σχέδιο του Monnani.
-Η ύδρευση του οικισμού εντός του Κάστρου επιτυγχανόταν από κινστέρνες που συγκέντρωναν τα όμβρια από τα δώματα των οικιών. Οι βιοτεχνικές δραστηριότητες και οι χώροι αποθήκευσης των προϊόντων εντοπίζονται στις παρυφές του οχυρωμένου οικισμού, όπως στο Α τμήμα του τρίτου δακτυλίου, και κυρίως εκτός του Κάστρου. Αντίστοιχα και η εμπορική δραστηριότητα του οικισμού θα πρέπει να αναζητηθεί στο λιμάνι Σεράλια, όπου πέραν της διακίνησης των αγαθών στα πλοία, υπήρχαν καταστήματα και αποθήκες.
Χαρακτηριστικό | Τιμή |
---|---|
Δημιουργός | Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, Ephorate of Antiquities of Cyclades |
Ενότητα | |
Βιβλιογραφία του σημείου ενδιαφέροντος |
Λ. Δεμαθά, «Σχετικά με τα κάστρα – οικισμούς στις Κυκλάδες στη διάρκεια της Λατινοκρατίας. Το Κάστρο της Σίφνου», Αναστήλωση – Συντήρηση – Προστασία Μνημείων και συνόλων, Τ. Α΄, Αθήνα 1984, 225- 233. Δ. Δημητρόπουλος, Μαρτυρίες για τον πληθυσμό των νησιών του Αιγαίου, 15ος - αρχές 19ου αιώνα, Τετράδια εργασίας 27, Αθήνα: Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, 2004. Ν. Μπελαβίλας, Λιμάνια και οικισμοί στο αρχιπέλαγος της πειρατείας, Αθήνα: Οδυσσέας, 1997. Ζ. Παπαδοπούλου, «Νέα στοιχεία για την ακρόπολη του αρχαίου άστεως της Σίφνου», Πρακτικά Γ΄ Διεθνούς Σιφναϊκού Συμποσίου (Σίφνος 29 Ιουνίου - 2 Ιουλίου 2006), τ. Γ΄, Αθήνα 2009, 42 – 56. Χ. Πέννας, «Ιστορικές και αρχαιολογικές μαρτυρίες για τη Βυζαντινή Σίφνο», Πρακτικά Β΄ Διεθνούς Σιφναϊκού Συμποσίου (Σίφνος 27 - 30 Ιουνίου 2002), τόμ. Β΄, Αθήνα 2005, 9 – 26. B. Slot, «Η Σίφνος, μια ειδική νησιωτική οικονομία (15ος – 17ος αιώνας)», Πρακτικά Α' Διεθνούς Σιφναϊκού Συμποσίου (Σίφνος, 25-28 Ιουνίου 1998), Αθήνα: Εταιρεία Σιφναϊκών Μελετών, 2000-2001, 59-72. Α.Ε. Τζάκου, Κεντρικοί οικισμοί της Σίφνου: μορφή και εξέλιξη σε ένα παραδοσιακό σύστημα, Αθήνα 1979. Μ. Φίλιππα–Αποστόλου, Το Κάστρο της Αντιπάρου. Συμβολή στη μελέτη των οχυρωμένων μεσαιωνικών οικισμών του Αιγαίου, Αθήνα 1978. Μ. Φίλιππα-Αποστόλου, «Το Κάστρο της Σίφνου. Αμυντική οργάνωση και αρχιτεκτονικός χαρακτήρας», Αρμός. Τιμητικός Τόμος στον καθηγητή Ν. Μουτσόπουλο για τα 25 χρόνια πνευματικής προσφοράς του στο Πανεπιστήμιο, τ. Γ΄, Θεσσαλονίκη 1991, 1943 – 1994. Μ. Φίλιππα-Αποστόλου, “Το Κάστρο της Σίφνου και το σχέδιο Μοnnani. Η σημασία τους” Πρακτικά Β΄ Διεθνούς Σιφναϊκού Συμποσίου (Σίφνος 27 - 30 Ιουνίου 2002), τόμ. Γ΄, Αθήνα 2005, 9-16. Μ. Φίλιππα-Αποστόλου, “Το Κάστρο της Σίφνου. Συμβατότητα επεμβάσεων με τη σημασία του μνημείου», Πρακτικά Γ΄ Διεθνούς Σιφναϊκού Συμποσίου (Σίφνος 29 Ιουνίου - 2 Ιουλίου 2006), τ. Γ΄, Αθήνα 2009, 479-504. H. Eberhard, “Mittelalterliche Burgen auf den Kykladen. Eine Übersicht”, Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τ. Ι΄ (1974- 1977), 501 – 585. M. Kiel, “The smaller Aegean islands in the 16th-18th centuries according to Ottoman administrative documents”, Between Venice and Istanbul: Colonial Landscapes in Early Modern Greece (επιμ. S. Davies και J.L. Davis), Hesperia Supplements, vol. 40, Princeton: The American School of Classical Studies at Athens, 2007, 35–54. P. Lemerle, L' émirat d'Aydin, Byzance et l'Occident: recherches sur "La geste d'Umur pacha", Bibliothèque byzantine, Études 2, Paris: Presses universitaires de France, 1957. E. Malamut, Les îles de l'Empire byzantin: VIIIe-XIIe siècles, Byzantina Sorbonensia 8, Paris: Université de Paris I-Panthéon-Sorbonne, 1988. E. Malamut, “Siphnos byzantine”, Πρακτικά Α΄ Διεθνούς Σιφναϊκού Συμποσίου (Σίφνος 25 - 28 Ιουνίου 1998), τόμ. Β΄, Αθήνα 2001, 19 – 32. C.E. Michaelides, Kastra: Architecture and Culture in the Aegean Archipelago, Washington University Libraries, Washington University in St. Louis, Books and Monographs 41, Saint Louis 20182. G. Saint-Guillain, “Économie et sociètè à Siphnos au temps de la seigneurie des Da Corogna (XIVe-milieu du XVe siècle)”, Πρακτικά Β΄ Διεθνούς Σιφναϊκού Συμποσίου (Σίφνος 27 - 30 Ιουνίου 2002), τ. B΄, Αθήνα 2006, 255-270. M. Philippa-Apostolou, “Le nom ‘Kastro’ donné aux villages fortifiés des Cyclades”, Ν. Μουτσόπουλος (επιμ.), Πύργοι και Κάστρα, Ανακοινώσεις εις την XV Διάσκεψιν της Επιστημονικής Επιτροπής του Διεθνούς Ιδρύματος Πύργων και Κάστρων, Ίδρυμα Πατριαρχικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1980, 135-147. G.D.R. Sanders, “Two kastra on Melos and their relations in the Archipelago”, P. Lock και G.D.R. Sanders (εκδ.), The Archaeology of Medieval Greece, Oxford: Oxbow Monograph 59, 1996, 147-175. B. Slot, Archipelagus turbatus: les Cylades entre colonisation latine et occupation ottomane c. 1500-1718, Istanbul: Nederlands Historisch-Archaeologisch Instituut te Istanbul, 1982. A.K. Vionis, A Crusader, Ottoman and Early Modern Aegean Archaeology. Built Environment and Domestic Material Culture in the Medieval and Post-Medieval Cyclades, Greece (13th- 20th Century AD), Leiden: Leiden University Press 2012. E.A. Zachariadou, Trade and crusade: Venetian Crete and the Emirates of Menteshe and Aydin (1300-1415), Bibliothèque de l'Institut hellénique d'études byzantines et post-byzantines de Venise, no 11, Venice: Istituto ellenico di studi bizantini e postbizantini di Venezia per tutti i paesi del mondo, 1983. |
Ημερομηνία | 03/10/2023 |
Χρονική περίοδος | Αρχαιότητα- 17ος αι. μ.Χ., Ancient times - 17th c. A.D. |
Τοποθεσία | Το Κάστρο της Σίφνου είναι κτισμένο στο ΝΑ τμήμα του νησιού, στην κορυφή ψηλού και απότομου λόφου που προεξέχει μέσα στην θάλασσα. |
Γλώσσα | Ελληνικά, Αγγλικά |
URL | https://cycladiccastles.repository.gr/jsonitems/12184 |
Κάτοχος Δικαιωμάτων | |
Κατηγορία | Οχυρωμένος οικισμός |
Ηχητικά |