Tο Καστέλλι του Σκάρου βρίσκεται στο Δ τμήμα της Θήρας, σε μικρή χερσόνησο που εισχωρεί μέσα στην καλδέρα και υψώνεται π. 210μ. από την επιφάνεια της θάλασσας. Ο Σκάρος γεωλογικά αποτελεί τον πυρήνα ενός αυτόνομου ηφαιστείου, με τις λάβες του να δημιουργούν τον απότομο βράχο στο κέντρο του, ο οποίος υψώνεται π. 100μ. ψηλότερα από την χερσόνησο. Η απόκρημνη θέση του Καστελλιού και η έντονη σεισμικότητα της περιοχής επέφερε σημαντικές καταστροφές σε αυτό και οδήγησε στην οριστική εγκατάλειψή του ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα. Οι μαρτυρίες ωστόσο των περιηγητών, των αρχειακών εγγράφων, καθώς και δύο σχέδια του Σκάρου, το ένα από τον Γάλλο πρόξενο προξένου L.S. Fauvel στην συλλογή του Thomas Hope (πιθανώς το 1788), σήμερα στο Μουσείο Μπενάκη, και το δεύτερο από τον Choiseul-Gouffier (1782), σε συνδυασμό με την πρόσφατη αρχαιολογική έρευνα, είναι δυνατόν να ανασυνθέσουν την εικόνα της καστροπολιτείας του.
Το Καστέλλι του Σκάρου βρίσκεται σε περιοχή που έχει τεκμηριωθεί κατοίκηση από τους αρχαίους χρόνους. Το βυζαντινό κάστρο του Σκάρου (πληροφορία από τον κ. Αθανασούλη…)…
Το Καστέλλι του Σκάρου ακολουθεί το φυσικό ανάγλυφο και αναπτυσσόταν σε εκτιμώμενη επιφάνεια 12.400 τ.μ. (?? στρ.), ενώ η περίμετρος των τειχών του πρέπει να ανερχόταν στα 750μ. και να περιέκλειε όλη την στενή χερσόνησο που εισχωρεί στην καλδέρα. Εντός αυτού υπήρχαν δύο τμήματα, το Επάνω Κάστρο, στο πλάτωμα και σε ορισμένες παρυφές του κεντρικού βράχου, και το Κάτω Κάστρο, σε χαμηλότερο επίπεδο και στα Α του βράχου, όπου ήταν και η πρόσβαση από την ενδοχώρα.
Ο Επάνω Σκάρος, ή Ρόκα, υψώνεται π. 307μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και δεσπόζει στην καλδέρα. Αποτελούσε την ακρόπολη του Κάστρου και καταλάμβανε επιφάνεια έκτασης π. 1.500τ.μ. (??στρ.). Σύμφωνα με την περιγραφή του 19ου αιώνα από τον περιηγητή Ε.Μ. Leycester περικλειόταν από οχυρωματικό περίβολο που σχημάτιζε ορθές γωνίες. Εντός αυτού εικάζεται ότι υπήρχε το ακροπύργιο (donjon) του άρχοντα και το δουκικό παρεκκλήσιο, και άλλοι τρεις ναοί, εκ των οποίων ο ένας ήταν ο Άγιος Πέτρος, ο καθεδρικός ναός του κάστρου και έδρα των Λατινικού κλήρου, η Αγία Ειρήνη και η Παναγία της Μαρούλας προς Β, λατινικός και ορθόδοξος ναός αντίστοιχα, οι οποίοι σύμφωνα με τις μαρτυρίες είχαν εσωτερική επικοινωνία. Πέραν αυτών κτήρια θα πρέπει να υπήρχαν και λιγοστές οικίες, ενώ έχουν αποκαλυφθεί και κινστέρνες για την συλλογή νερού. Ο αρχικός πυρήνας του Καστελλιού έχει χρονολογηθεί με την εγκατάσταση των Λατίνων στην Σαντορίνη, δηλαδή από τον 13ο αιώνα, ωστόσο ήδη από τα μέσα του 15ου αιώνα πρέπει να ξεκίνησε η εγκατάλειψή του προς το χαμηλότερο επίπεδο της χερσονήσου λόγω των σεισμών και των κίνδυνο των κατακρημνίσεων.
Ο Κάτω Σκάρος αναπτυσσόταν γύρω και κυρίως Α του κεντρικού βράχου, της Ρόκας. Περιβαλλόταν από ισχυρό τείχος με περιμετρικούς πύργους, όπως φαίνεται από το σχέδιο της συλλογής Hope, και τεκμηριώνεται και από την ανασκαφική έρευνα. Το τείχος απαρτιζόταν από τους ενισχυμένους εξωτερικούς τοίχους των εφαπτόμενων και σε συνεχή δόμηση κτισμάτων, που διατάσσονταν περιμετρικά, τα οποία όμως δεν παρουσίαζαν ενιαίο και ομοιόμορφο μέτωπο, τουλάχιστον στην απεικόνιση της συλλογής Hope. Στην Α πλευρά των τειχών, όπου και η πρόσβαση από την ενδοχώρα, υπήρχε και η κύρια πύλη εισόδου στο Καστέλλι. Σύμφωνα με το σχέδιο του Hope η πύλη βρισκόταν σε εσοχή και την όψή της κοσμούσε πεταλόσχημο αετωματικό αψίδωμα. Εσωτερικά ανοιγόταν διαβατικό, στον όροφο του οποίου υπήρχε οικία. Η πρόσβαση γινόταν από κλιμακωτή οδό που ξεκινούσε από την ενδοχώρα μέσω ανασυρόμενης ξύλινης γέφυρας, το βάθρο της οποίας διατηρείται ακόμη. Δίπλα στην πύλη ορθωνόταν ψηλός περιμετρικός πύργος, για την κάλυψή της. Σήμερα διατηρούνται τα θεμέλιά του, στα οποία έχει εγκιβωτιστεί ο ηφαιστειακός τοπικός λίθος από εξωτερικό ισχυρό τοίχο, στον οποίο εδράζεται η ανωδομή του πύργου. Στο εσωτερικό του είχε κυκλικό φούρνο, καθώς και εσωτερική κλίμακα για την πρόσβαση στους ορόφους. Βορειότερα αυτού υπήρχαν επίσης περιμετρικοί πύργοι, από τους οποίους διατηρείται σε καλή κατάσταση η ΒΑ γωνία της θεμελίωσής τους, παρουσιάζοντας επίσης ανθεκτική κατασκευή έναντι των επιθέσεων. Στο σχέδιο της συλλογής Hope αναγνωρίζονται και καταχύστρες στις Β όψεις τους. Στην Δ πλευρά τα τείχη παρουσιάζουν καλύτερη εικόνα διατήρησης με τα περιμετρικά κτίσματα να διαμορφώνουν τον καστρότοιχο. Στην ΝΔ γωνία του οχυρωματικού περιβόλου εντοπίζονται τα κατάλοιπα κυκλικού πύργου, ο οποίος πιθανώς να προστάτευε και την παρακείμενη δευτερεύουσα πυλίδα εισόδου του Καστελλιού, η οποία οδηγούσε στο ναό της Θεοσκέπαστης εκτός των τειχών, επάνω στα κρημνίσματα του βράχου προς την καλδέρα.
Στο εσωτερικό του Σκάρου υπήρχε μία οργανωμένη πολιτεία, η οποία αποτελούσε το διοικητικό και το εκκλησιαστικό κέντρο του νησιού. Σύμφωνα με έγγραφο του 1531 εδώ λειτουργούσε η Λότζια της Σαντορίνης, το δημόσιο κτήριο όπου λάμβαναν χώρα οι συνελεύσεις των βενετών αρχόντων, οι δίκες και άλλες διαδικασίες που αφορούσαν σε οικονομικά, εμπορικά και πολιτικά θέματα της πόλης. Επίσης εδώ υπήρχε και το κτήριο της Κατζελαρίας, της γραμματείας του νησιού, που στέγαζε και το αρχείο των διαφόρων νοταριακών πράξεων. Στον Κάτω Σκάρο μεταφέρθηκε και ο Ντόμο (Ντουόμο/ Duomo), ο καθεδρικός ναός των Λατίνων, και έδρα του επισκόπου τους, αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή. Πρόκειται για αρχικά δίκλιτο ναό με τρούλο, που αργότερα έγινε τρίκλιτος, με σχεδόν τετράγωνη κάτοψη (διαστάσεις 8x7μ.), όπως προκύπτει από παλαιές περιγραφές. Ο ναός βρισκόταν επάνω στον κεντρικό οδικό άξονα του Καστελλιού, όπως φαίνεται στα σχέδια των Hope και Choiseul-Gouffier, ενώ σήμερα είναι δυνατόν να αποδοθούν σε αυτόν λιγοστά οικοδομικά κατάλοιπα. Στο Σκάρο βρισκόταν και το επισκοπικό μέγαρο των Λατίνων, στο οποίο φυλασσόταν το αρχείο της επισκοπής τους, κτήριο που εν μέρει κατέρρευσε το 1670. Εντός του Κάστρου, προς την Δ/ ΒΔ πλευρά του με θέα προς την καλδέρα, αναφέρεται ότι βρισκόταν η Μονή των Δομηνικανίδων, αφιερωμένη στην Αγία Αικατερίνη της Σιέννας, ενώ άλλοι λατινικοί ναοί ήταν η Παναγία του Ροδαρίου, η Παναγία του Παλατιού, και ο Άγιος Βλάσιος, παρεκκλήσιο των Φράγκων αρχόντων. Από τους ορθόδοξους ναούς εντός του Καστελλιού γίνεται μνεία για την μονή του Αγίου Νικολάου, ενδέχεται, όμως, να υπήρχαν και άλλοι που δεν καταγράφηκαν σχολαστικά.
Ο οικισμός του Σκάρου ήταν πυκνοδομημένος, δίχως πλατώματα και ανοιχτούς χώρους. Οι περιοχές στα Δ και ΒΔ, που είχαν την καλύτερη εποπτεία προς την καλδέρα, πρέπει να αποτέλεσαν τον κύριο κατοικημένο χώρο, στον οποίο οδηγούσαν κλιμακωτοί οδοί. Ειδικά στην Δ πλευρά έχουν αποκαλυφθεί και ίχνη κατοίκησης που προηγούνται του 13ου αιώνα. Από την αρχαιολογική έρευνα προκύπτει ότι μεγάλος αριθμός των οικιών ήταν υπόσκαφες κατασκευές που έφεραν υπερκείμενους ορόφους. Όλες οι οικίες διέθεταν υπόγειες κινστέρνες για την συλλογή του νερού, οι οποίες συγκέντρωναν τα όμβρια από τα δώματα μέσω κτιστών αγωγών.
Εκτός των Α τειχών του Καστελλιού βρίσκεται συγκρότημα δύο ναών, η Παναγία Ξεπορτιανή ή Ευαγγελίστρια και η Αγία Θεοδοσία, η προστάτιδα των καστελιών στην Σαντορίνη. Στον μεγαλύτερο εκ των δύο ναών (η Παναγία Ξεπορτιανή;;), ο οποίος ήταν μονόχωρος και θολωτός, εντοπίζεται αρκοσόλιο στην Β πλευρά, καθώς και πληθώρα αρχαίων αρχιτεκτονικών μελών, όπως ενεπίγραφος αρχαίος κίονας που είχε χρησιμοποιηθεί ως βάση της Αγίας Τράπεζας, στοιχεία που δηλώνουν την ύπαρξη και αρχαίας εγκατάστασης στον Σκάρο. Προς την καλδέρα, έξω από τα Δ τείχη του Σκάρου βρίσκεται ο ναός της Θεοσκέπαστης.
Η επέκταση του Καστελλιού στον Κάτω Σκάρο πρέπει να ξεκίνησε στα τέλη του 14ου αιώνα/ αρχές του 15ου αιώνα και παρά τους συχνούς σεισμούς και τα σαθρά και απόκρημνα εδάφη του η κατοίκηση πρέπει να συνεχίστηκε έως τον 18ο αιώνα, οπότε και η σταδιακή ερήμωσή του έφερε την ανάπτυξη των Φηρών.
Χαρακτηριστικό | Τιμή |
---|---|
Δημιουργός | Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, Ephorate of Antiquities of Cyclades |
Ενότητα | |
Βιβλιογραφία του σημείου ενδιαφέροντος |
Δ. Δημητρόπουλος, Μαρτυρίες για τον πληθυσμό των νησιών του Αιγαίου, 15ος - αρχές 19ου αιώνα, Τετράδια εργασίας 27, Αθήνα: Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, 2004. Δ.Ν. Kασαπίδης, History of the Domenican Monasteries of Santorini (16th – 19th century), Διδακτορική Διατριβή, University of Johannesburg 2014. Μ. Κουμανούδη, «Οι Λατίνοι στο Αιγαίο μετά το 1204: Αλληλεξαρτήσεις και διαπλεκόμενα συμφέροντα», Άγκυρα 3 (2010), 43-85. Ι.Ν. Κουμανούδης, «Περίγραμμα δημώδους Θηραϊκής αρχιτεκτονικής, οι οικισμοί και η κατοικία», Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τ. Η΄, 1970, 9-53. Δ. Μονιούδη-Γαβαλά, Σαντορίνη. Κοινωνία και χώρος, 15ος-20ός αιώνας, Ίδρυμα Λουκά και Ευαγγέλου Μπελλώνια, Αθήνα, 1997. Κ. Παλυβού, «Σκάρος: η πρωτεύουσα της ενετοκρατούμενης Θήρας: ιστορία, παρόν και μέλλον», Γ. Καραδέδος (γεν. επιμ.), Δώρον: τιμητικός τόμος για τον καθηγητή Νίκο Νικονάνο Θεσσαλονίκη: 10η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους: Δ' Τομέας Τμήματος Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ., 2006, 615 – 626. Αικ. Ριτζούλη, Η εξέλιξη της αρχιτεκτονικής και της οικοδομικής τέχνης στη Σαντορίνη από τη βενετοκρατία (1204) μέχρι τον σεισμό του 1956, Διδακτορική Διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 2016. D. Athanasoulis, C. Sakellakou, M. Efstathiou, M. Voglki, M.-E. Kourousia, “Santorini-Thera: Description of the Work Done”, Fl. Karagianni – S. Tanou (εκδ.), Mo.Na: Monuments in Nature: A Creative Co-existence, European Center for Byzantine and Post-Byzantine Monuments, Θεσσαλονίκη 2021, 33 – 45. H. Eberhard, “Mittelalterliche Burgen auf den Kykladen. Eine Übersicht”, Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τ. Ι΄ (1974- 1977), 501 – 585. F. Frhr. Hiller von Gaertrigen, Die Insel Thera in Altertum und Gegenwart, mit Ausschluss der Nekropolen, F. Frhr. Hiller von Gaertringen (εκδ.), Thera: Untersuchungen, Vermessungen und Ausgrabungen in den Jahren 1859-1902, Bd.1. Berlin: Georg Reimer, 1899. M. Koumanoudi, “The Latins in the Aegean after 1204: Interdependence and interwoven affairs”, Urbs capta. The Fourth Crusade and its consequences. La IVe Croisade et ses conséquences, (εκδ. A. Laiou), Réalités Byzantines 10, Paris: Lethielleux, 2005, 247-268. C.E. Michaelides, Kastra: Architecture and Culture in the Aegean Archipelago, Washington University Libraries, Washington University in St. Louis, Books and Monographs 41, Saint Louis 20182. B. Slot, Archipelagus turbatus: les Cylades entre colonisation latine et occupation ottomane c. 1500-1718, Istanbul, Nederlands Historisch-Archaeologisch Instituut te Istanbul, 1982. A.K. Vionis, A Crusader, Ottoman and Early Modern Aegean Archaeology. Built Environment and Domestic Material Culture in the Medieval and Post-Medieval Cyclades, Greece (13th- 20th Century AD), Leiden: Leiden University Press 2012. |
Ημερομηνία | 05/10/2023 |
Χρονική περίοδος | Βυζαντινή εποχή - 18ος αι. μ.Χ., Byzantine Period - 18th c. A.D. |
Τοποθεσία | Το Καστέλλι του Σκάρου βρίσκεται στο Δ τμήμα της Θήρας, κοντά στο Ημεροβίγλι, σε στενή χερσόνησο που εισχωρεί στο μέσον περίπου της καλδέρας, επάνω σε απότομο ύψωμα που εγγίζει τα 210μ. από την επιφάνεια της θάλασσας. |
Γλώσσα | Ελληνικά, Αγγλικά |
URL | https://cycladiccastles.repository.gr/jsonitems/12448 |
Κάτοχος Δικαιωμάτων | |
Κατηγορία | Οχυρωμένος οικισμός |
Ηχητικά |