Tο Κάστρο της Αντιπάρου είναι κτισμένο στο Β άκρο του νησιού, επάνω σε χαμηλό ύψωμα, στην περιοχή που συγκλίνουν οι δρόμοι προς τους δύο όρμους του νησιού, το λιμάνι στα Α και τον Σιφνέικο Γιαλό στα Δ. Από το Κάστρο της Αντιπάρου ξεκινά και ο δρόμος προς την ενδοχώρα με τις εύφορες εκτάσεις του νησιού.
Το Κάστρο της Αντιπάρου ανήκει στην κατηγορία του ορθογωνικού τύπου, με τα τείχη του να συγκροτούνται από τους ενισχυμένους εξωτερικούς τοίχους των εφαπτόμενων και σε συνεχή δόμηση οικιών, που διατάσσονται περιμετρικά των τετράγωνων πλευρών του. Στο εσωτερικό του υπήρχε τετράγωνη αυλή και στο κέντρο της υψωνόταν κυλινδρικός πύργος. Το Κάστρο είναι μία από τις σχετικά σπάνιες περιπτώσεις που η κατασκευή του οχυρωματικού περιβόλου, του πύργου και του οικισμού αποτελούν ενιαίο οικοδομικό σύνολο που πραγματοποιήθηκε εξ αρχής βάσει σχεδίου και έχει χρονολογηθεί στα μέσα του 15ου αιώνα, και συγκεκριμένα ανάμεσα στο 1440 και 1446, όταν κύριος του νησιού γίνεται ο Βενετός ευγενής Giovanni Loredano.
Το Κάστρο έχει τετράγωνη κάτοψη με μήκος πλευράς τα 53,80μ. και καταλαμβάνει επιφάνεια π. 2.894,44τ.μ. Στο εσωτερικό του αναπτύσσονται οι οικίες σε τρία επίπεδα. Η κεντρική πρόσβαση στο Κάστρο γίνεται από την Νότια πλευρά μέσω πύλης, που διαμορφώνεται ως απλή οξυκόρυφη καμάρα. Παραπλεύρως της πύλης αυτής υπήρχε εντοιχισμένος ο θυρεός του Loredano, όπως καταγράφει ο Ολλανδοπρώσος περιηγητής κόμης Pasch van Krienen στα τέλη του 18ου αιώνα.
Ο περίβολος του Κάστρου φθάνει τα 10μ. σε ύψος και στα ανώτερα τμήματά του ανοίγονται μικρά παράθυρα που αντιστοιχούν στις οικίες και χρησιμεύουν για αερισμό και κατόπτευση της γύρω περιοχής. Το πάχος του περιβόλου ανέρχεται στα 2μ., προκύπτει ωστόσο ότι η κατασκευή του είναι διμερής. Το εξωτερικό τμήμα – περίβλημα έχει πάχος 0,85 – 0,90μ. και έχει κατασκευαστεί με επιμέλεια αποτελούμενο από αργούς λίθους σε συνεχείς οριζόντιες στρώσεις, με τα κενά να πληρώνονται με σχιστόλιθους και υδραυλικό κονίαμα. Το εσωτερικό τμήμα του περιβόλου δεν παρουσιάζει την ίδια επιμέλεια στην κατασκευή του, καθώς αποτελείται από ανομοιογενείς λίθους με συνδετικό υλικό την λάσπη. Παρόμοια είναι η κατασκευή των μεσότοιχων των οικιών του Κάστρου. Η διαφοροποίηση αυτή στην διάρθρωση του οχυρωματικού περιβόλου συνιστά πλεονέκτημα της κατασκευής του, διότι φθορές ή επεμβάσεις στο ένα τμήμα δεν επηρεάζουν την αντοχή και την καλή κατάσταση του άλλου. Επιπλέον το εξωτερικό τμήμα, που είναι ισχυρότερο καθώς συγκροτεί το κυρίως αμυντικό σώμα του Κάστρου, λογίζεται ως κοινόχρηστο, με αποτέλεσμα η συντήρησή του να αποτελεί ευθύνη της κοινότητας, ενώ στο εσωτερικό τμήμα η συντήρηση αποτελεί υποχρέωση των ιδιωτών, καθώς αφορά στην κατοικία τους.
Στο εσωτερικό του Κάστρου δέσποζε ο κεντρικός πύργος. Ο πύργος ήταν κυκλικής κάτοψης με διάμετρο 18μ. και το αρχικό ύψος του ανερχόταν τουλάχιστον έως τα 10μ., όσο και το ύψος του περιβόλου. Παρά την αποσπασματική σήμερα διατήρησή του έως το ύψος των 4,80μ., ο πύργος συνιστούσε ισχυρή κατασκευή με μεγάλου πάχους τοίχους και επιμελημένη τοιχοποιία, αποτελούμενη από αργούς λίθους σε οριζόντιες στρώσεις και συνδετικό υλικό το ασβεστοκονίαμα, όμοια με αυτή του εξωτερικού περιβλήματος του οχυρωματικού περιβόλου. Η βάση του πύργου διαμορφωνόταν με σκάρπα, ενώ υπήρχαν ορθογώνιες προεξοχές στις τέσσερεις πλευρές του, οι οποίες σήμερα διατηρούνται έως το επίπεδο του πρώτου ορόφου. Δεν είναι σαφές εάν οι προεξοχές αυτές σταματούσαν εκεί ή συνέχιζαν και σε ανώτερο επίπεδο. Η παρουσία τους αποσκοπούσε μάλλον ως σημεία ελέγχου των περιμετρικών κτηρίων, ενώ παράλληλα διεύρυναν και τον εσωτερικό χώρο του πύργου. Η πρόσβαση στον πύργο πρέπει να γινόταν από την Β προεξοχή του πρώτου ορόφου, εκ διαμέτρου αντίθετα δηλαδή από την κεντρική πρόσβαση στο Κάστρο. Η ύπαρξη μιας αρχαίας επιγραφής εντοιχισμένης στην πλευρά αυτή, καθώς και ενός αρχαίου αγάλματος, αποτοιχισμένου σήμερα, αποτελούν στοιχεία ανάδειξης, όπως θα ταίριαζε σε μια επίσημη πύλη. Ο πύργος πρέπει να αποτελούσε την κατοικία του άρχοντα και να αποτελούσε και το έσχατο καταφύγιο του οικισμού σε περίπτωση ανάγκης.
Οι οικίες του Κάστρου είναι κτισμένες περιμετρικά κατά μήκος του τετράγωνου περιβόλου σε συνεχή δόμηση και σε τριώροφη διάταξη, δηλαδή με ισόγειο και δύο υπερκείμενους ορόφους. Πρόκειται για κατοικίες που διατάσσονται 24 ανά όροφο εμφανίζοντας ομοιομορφία και τυποποίηση στις διαστάσεις τους. Η μεγάλη πλευρά τους, μήκους 5,90– 6,10μ. είναι ελεύθερη προς την αυλή, όπου και η είσοδός τους, ενώ οι στενές πλευρές αποτελούν τους μεσότοιχους των όμορων οικιών. Κάθε όροφος έχει ανεξάρτητη είσοδο, στην οποία οδηγεί εξωτερική σκάλα, κτιστή ή ξύλινη. Οι διαστάσεις των μεσαίων οικιών είναι από 6x6μ. έως 6x8,40μ., ενώ των γωνιακών από 6x9 έως 6x11μ. Οι οικίες αποτελούσαν «μονόσπιτα», περιλάμβαναν δηλαδή ένα ενιαίο χώρο στο εσωτερικό τους για την κάλυψη όλων των αναγκών των κατοίκων τους.
Τα ιδιαίτερα μορφολογικά και κατασκευαστικά στοιχεία του περιβόλου, του πύργου και των περιμετρικών οικιών συνηγορούν στην σύγχρονη ανέγερσή τους στα μέσα του 15ου αιώνα. Η τυπολογία δε του Κάστρου της Αντιπάρου παρουσιάζει συγγένεια με τον τύπο των ορθογώνιων καστελλιών της Δύσης και κυρίως αυτών της Βόρειας Ιταλίας, που κτίστηκαν κατά τον 14ο και 15ο αιώνα. Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι τόσο οι γενικές διαστάσεις του Κάστρου της Αντιπάρου, όσο και οι διαστάσεις επιμέρους τμημάτων του, δηλαδή από τις εξωτερικές διαστάσεις του περιβόλου έως τις διαστάσεις των οικιών του Κάστρου, αποτελούν πολλαπλάσια της βενετικής μονάδας μέτρησης .. είναι το βενετικό πάσσο….
Σε μεταγενέστερη περίοδο ο οικισμός του Κάστρου επεκτάθηκε προς Ν στο λεγόμενο «Ξώπυργο» ή «Ξώπυργα». Πρόκειται για ορθογώνιας κάτοψης επέκταση, διαστάσεων 53,80x?26,90?μ. με κλειστή περίμετρο, με την κύρια πρόσβαση να παραμένει στην Ν πλευρά της. Κατά την επέκταση αυτή στον οικισμό προστέθηκαν περίπου άλλες 24 οικίες. Δεύτερη επέκταση του οικισμού έγινε εντός του αρχικού τετράγωνου περιβόλου γύρω από τον κεντρικό πύργο, από ζώνη συνεχόμενων οικιών, η οποία άφησε μικρό πέρασμα, την «ρίμνη», για την κυκλοφορία ανάμεσα στον πύργο και τα περιμετρικά κτίσματα. Η επέκταση αυτή πρέπει να έφερε επιπλέον 32 οικίες εντός του Κάστρου. Οι ναοί του Κάστρου εντάσσονται χρονολογικά στην περίοδο των δύο επεκτάσεών του. Ως παλαιότερος θεωρείται ο ναός της Μητρόπολης (Άγιος Νικόλαος) στο Ξώπυργο, που ανάγεται στον 17ο αιώνα, προσφέροντας και ένα χρονολογικό όριο για την επέκταση αυτή. Εντός του αρχικού περιβόλου κτίστηκαν οι ναοί του Χριστού, του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και του Αγίου Αντωνίου.
Έως τα μέσα του 19ου αιώνα εκτιμάται ότι στο Κάστρο της Αντιπάρου υπήρχαν 104 οικίες, με τον πληθυσμό του να ανέρχεται στους 400 – 500 κατοίκους. Εάν υπολογιστούν ως κατοικίες και οι ισόγειοι χώροι του Κάστρου, τότε ο πληθυσμός θα έφθανε τους 600 κατοίκους.
Η επάρκεια σε πόσιμο νερό επιτυγχανόταν από πηγάδι εντός του Κάστρου.
Χαρακτηριστικό | Τιμή |
---|---|
Δημιουργός | Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, Ephorate of Antiquities of Cyclades |
Ενότητα | |
Βιβλιογραφία του σημείου ενδιαφέροντος |
Description des iles de l’Archipel par Christophe Buondelmonti. Version grec par un anonyme, publiee d’apres le manuscrit du Serail etc., ed. E. Legrand, Paris: Publications de l’Ecole des Langues Orientales, 1897. Pasch van Krienen, Abdruck seiner italienischen Beschreibung des griechischen Archipelagus, mit Anmerkungen und einer Abhandlung über den Verfasser und seine Auffindung des Grabes Homer's auf Ios, aus dem Nachlasse von Ludwig Ross, Halle 1860 Λ. Δεμαθά, «Σχετικά με τα κάστρα – οικισμούς στις Κυκλάδες στη διάρκεια της Λατινοκρατίας. Το Κάστρο της Σίφνου», Αναστήλωση – Συντήρηση – Προστασία Μνημείων και συνόλων, Τ. Α΄, Αθήνα 1984, 225- 233. Δ. Δημητρόπουλος, Μαρτυρίες για τον πληθυσμό των νησιών του Αιγαίου, 15ος – αρχές 19ου αιώνα, Τετράδια εργασίας 27, Αθήνα: Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, 2004. W. Hoepfner – H. Schmidt, «Μεσαιωνικοί οικισμοί Αντιπάρου-Κιμώλου», μετάφραση Δαλαμπίρα Ε., στο Ράμφος Ι. (επιμ.), Κιμωλιακά, τ. Η΄, 1978, 3-45. Μ. Κουμανούδη, «Οι Λατίνοι στο Αιγαίο μετά το 1204: Αλληλεξαρτήσεις και διαπλεκόμενα συμφέροντα», Άγκυρα 3 (2010), 43-85. Μ.Γ. Πατραμάνη, «Ένα προξενιό του έτους 1508 με προξενητή το δούκα της Κρήτης Ιερώνυμο Donado», Παλίμψηστον τ. 9/10 , Δεκέμβριος 1989- Ιούνιος 1990, 165 - 177. Μ. Φίλιππα–Αποστόλου, Το Κάστρο της Αντιπάρου. Συμβολή στη μελέτη των οχυρωμένων μεσαιωνικών οικισμών του Αιγαίου, Αθήνα 1978. Μ. Φίλιππα–Αποστόλου, Μικροί οχυρωμένοι οικισμοί του Αιγαίου: Στα ίχνη της ιστορικής τους ταυτότητας, Αθήνα 2000. H. Eberhard, “Mittelalterliche Burgen auf den Kykladen. Eine Übersicht”, Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τ. Ι΄ (1974- 1977), 501 – 585. W. Hoepfner – H. Schmidt, “Mittelalterliche Städtegründungen auf den Kykladeninseln Antiparos und Kimolos”, Jahrbuch des Deutschen Archäologischen Instituts Band 91 (1976), 291-339. M. Koumanoudi, “The Latins in the Aegean after 1204: Interdependence and interwoven affairs”, Urbs capta. The Fourth Crusade and its consequences. La IVe Croisade et ses conséquences, (εκδ. A. Laiou), Réalités Byzantines 10, Paris: Lethielleux, 2005, 247-268. C.E. Michaelides, Kastra: Architecture and Culture in the Aegean Archipelago, Washington University Libraries, Washington University in St. Louis, Books and Monographs 41, Saint Louis 20182. M. Philippa-Apostolou, “Le nom ‘Kastro’ donné aux villages fortifiés des Cyclades”, Ν. Μουτσόπουλος (επιμ.), Πύργοι και Κάστρα, Ανακοινώσεις εις την XV Διάσκεψιν της Επιστημονικής Επιτροπής του Διεθνούς Ιδρύματος Πύργων και Κάστρων, Ίδρυμα Πατριαρχικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1980, 135-147. G.D.R. Sanders, “Two kastra on Melos and their relations in the Archipelago”, P. Lock και G.D.R. Sanders (εκδ.), The Archaeology of Medieval Greece, Oxford: Oxbow Monograph 59, 1996, 147-175. B. Slot, Archipelagus turbatus: les Cylades entre colonisation latine et occupation ottomane c. 1500-1718, Istanbul: Nederlands Historisch-Archaeologisch Instituut te Istanbul, 1982. A.K. Vionis, A Crusader, Ottoman and Early Modern Aegean Archaeology. Built Environment and Domestic Material Culture in the Medieval and Post-Medieval Cyclades, Greece (13th- 20th Century AD), Leiden: Leiden University Press 2012. |
Ημερομηνία | 05/10/2023 |
Χρονική περίοδος | 15ος αι. μ.Χ., 15th c. A.D. |
Τοποθεσία | Το Κάστρο της Αντιπάρου είναι κτισμένο στο Β άκρο του νησιού, επάνω σε χαμηλό ύψωμα, σε μικρή απόσταση από το λιμάνι του νησιού στην Α ακτή και από τον Σιφνέικο γιαλό στα Δ. |
Γλώσσα | Ελληνικά, Αγγλικά |
URL | https://cycladiccastles.repository.gr/jsonitems/12549 |
Κάτοχος Δικαιωμάτων | |
Κατηγορία | Οχυρωμένος οικισμός |
Ηχητικά |